19/03/2024

Amyl and The Sniffers ‎– Comfort to Me Δισκοκριτική από τον Πάνο Γιαννόπουλο (Video)

Amyl

Σε συζητήσεις σε παρέες, σε άρθρα σε περιοδικά και στο ιντερνετ υπάρχει
ένα θέμα το οποίο έχει αναλυθεί πολλές φορές. Υπάρχει Punk σήμερα; Στο
πρακτικό σκέλος η απάντηση είναι εύκολη, υπάρχουν πολλά συγκροτήματα
που δημιουργούνται στον κόσμο και παίζουν αυτό αγέραστο παρακλάδι της
Rock ειδικά στην εποχή του ίντερνετ και των ευκολιών που προσφέρει. Στο
θεωρητικό σκέλος έχοντας περάσει σαράντα πέντε χρόνια από τότε που ο
όρος πρωτακούστηκε αναρωτιόμαστε κατά πόσον σήμερα υπάρχουν συγκροτήματα
που μπορούν να φρεσκάρουν τον ηχητικό χώρο αυτό.

Τα τελευταία πέντε-έξι χρόνια έχουμε κάποιες τέτοιες περιπτώσεις, όπως των
πολύ αγαπημένων αυτής της στήλης Slaves. Αντίστοιχη περίπτωση από Αυστραλία
μεριά είναι οι Amyl and the Sniffers. Έχοντας βγάλει αρκετά Single από το
2017 και το πρώτο ομότιτλο Album τους πριν δυο χρόνια εδραιώθηκαν επίσημα
με το φετινό Comfort to Me και για θα σας πω γιατί μιλάω με τόση ευκολία
για εδραίωση. Πέρα απο τα άρθρα στο διεθνή τύπο και Site θα αναφέρω πως
την διανομή των δυο Album για την Αμερικάνικη αγορά ανέλαβε η ATO Records
και για την Ευρωπαϊκή η Rough Trade.

Στο δίσκο αυτόν λοιπόν η Amy Taylor μαζί με το συγκρότημα της συνεχίζουν
από εκεί που μας άφησαν στον προηγούμενο, αρπάζοντας μας από τα μούτρα
(με την καλή έννοια) και δίνοντας maw μια γερή δόση Punk αδρεναλίνης μαζί
με αναφορές σε Pub και Garage Rock. Το εναρκτήριο Guided By Angels με το
μπάσο του Gus Romer να δίνει το ρυθμό μας παρασύρει να ανοίξουμε την
ένταση και μαζί με τα Freaks to the Front, Choices που ακολουθούν μας
σφυροκοπούν για έξι λεπτά ασταμάτητα. Αμέσως μετά έρχονται δυο απο τις
καλύτερες στιγμές του δίσκου, το Security και το Hertz που δείχνουν πως από εδώ και κάτω και δεδομένου της μικρής συνολικής διάρκειας τριάντα
πέντε λεπτών θα αναφερθώ στα κομμάτια που ξεχώρισα καθώς όλος ο δίσκος
είναι εξαιρετικός.

Απο τις λίγες πιο Mid στιγμές το No More Tears με
έμφαση στο ρυθμικό σκέλος, τα Maggot και Don’t Fence Me In με πολύ
ωραίο κιθαριστικό σολο το δεύτερο. Αγαπημένο επίσης το Knifey που
για ακόμη μια φορά δείχνει τις πολύ δουλεμένες συνθέσεις στις πιο
αργές ταχύτητες.

Περνώντας στα τεχνικά υπάρχει μια πλειάδα πολύ καλών ατόμων στην παραγωγή
και την ηχογράφηση με εξέχοντα τον Bernie Grundman που ανέλαβε το Mastering
με συνολικό αποτέλεσμα την άψογη καταγραφή όλων των οργάνων και συνθέσεων
όπως ανέφερα και παραπάνω. Πολύ όμορφο και το Artwork του δίσκου που ανήκει
στον Πορτογάλο Bráulio Amado.

Κλείνω λέγοντας πως εμείς από όσο φαντάζομαι θα το παραλάβουμε σε κόπιες
τις Rough Trade και ότι είναι διαθέσιμο σε Lp/Cd και Digital μορφή. Χωρίς
πάντως να θέλω να σας προκαταβάλλω εγώ το έχω ήδη μέσα στους καλύτερους
δίσκους της χρονιάς που φεύγει και μακάρι να τους δούμε και Live σύντομα.

Πάνος Γιαννόπουλος


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*