26/09/2023

Ανεβάζοντας Τσέχωφ στις φυλακές Κορυδαλλού – Η Γιώτα Δημητριάδη περιγράφει μια διαφορετική παράσταση – εμπειρία

Ανεβάζοντας Τσέχωφ

Ηλεκτρονικοί ήχοι, οι οποίοι ξεκλειδώνουν κλειδαριές, βαριά κάγκελα, αστυνομικός έλεγχος, παράδοση κινητού και ταυτότητας, ψηλοί τοίχοι κι  αγκαθωτά συρματοπλέγματα δεν είναι οι συνηθισμένες εικόνες, που προηγούνται μιας θεατρικής παράστασης. Αν όμως, ο τόπος διεξαγωγής της είναι οι φυλακές Κορυδαλλού, τότε ο θεατής θα τις συναντήσει σίγουρα.

Πίσω από τα κάγκελα ανέβηκε η νουβέλα του Άντον Τσέχωφ «Θάλαμος αρ. 6 – 200 χρόνια μετά», που σκηνοθέτησε ο Στρατής Πανουριάς με πρωταγωνιστές τους ίδιους τους κρατουμένους σε μια παράσταση με τίτλο  «Θάλαμο αρ. 6», η οποία παρουσιάστηκε στις 12 και 13 Μαΐου.

Πρόκειται για μια σπουδαία πρωτοβουλία του Εθνικού Θεάτρου και του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Γενική Γραμματεία Αντεγκληματικής Πολιτικής), όπου στο πλαίσιο της συνεργασίας τους, προχώρησαν στη δημιουργία ενός Θεατρικού Εργαστηρίου μέσα στη Φυλακή Κορυδαλλού.

Τον περασμένο Ιούνιο ανέβηκε η πρώτη παράσταση στις φυλακές Κορυδαλλού η «Τρικυμία» του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ και, φέτος, η δράση συνεχίζεται.

Εκεί, λοιπόν, πίσω από τα κάγκελα, μέσα σε αίθουσα αυτή τη φορά, κι όχι στον προαύλιο χώρο όπως πέρσι, οι  14 φυλακισμένοι μαζί με τον Στρατή Πανούρια μας απέδειξαν τη φράση που ακούσαμε και στο έργο του Τσέχωφ: «Το πνεύμα δε φυλακίζεται, το πνεύμα είναι πάντα ελεύθερο». Οι ίδιοι διασκεύασαν τη νουβέλα, στην οποία δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι διάλογοι, ώστε να την παρουσιάσουν σαν ολοκληρωμένο θεατρικό έργο.

Αυτό που έχει σημασία εδώ, δεν είναι τόσο αν πέτυχαν δραματουργικά το στόχο τους, αλλά ο εκπαιδευτικός και σωφρονιστικός χαρακτήρας του θεατρικού εργαστηρίου, καθώς οι συμμετέχοντας μαζί με τη βοήθεια του σκηνοθέτη τους, αλλά και της κοινωνιολόγου Γιολάντας Κωνσταντινίδου, έγραψαν διαλόγους, άκουσαν και σκιαγράφησαν χαρακτήρες, προσέδωσαν ύφος κι όλα αυτά μέσα από ατελείωτες συζητήσεις, στις οποίες ο καθένας έβαζε και ένα δικό του λιθαράκι. Οι πρόβες τους κράτησαν δέκα μήνες κι αυτό φάνηκε στην παράσταση που παρουσίασαν.

Η επιλογή του συγκεκριμένου κειμένου μοιάζει να ταυτίζεται τραγικά με το πλαίσιο, στο οποίο παρουσιάζεται. Παράλληλα, ο τρόπος που ο συγγραφέας περιγράφει με λεπταίσθητη συμπόνια και διακριτική ειρωνεία τόσο τα δραματικά,  όσο και τα κωμικά αδιέξοδα που προκαλούν στην ανθρώπινη ζωή η προσκόλληση σε αναμνήσεις και χίμαιρες, η έλλειψη κατανόησης του άλλου, οι μικροανταγωνισμοί, η αυταρέσκεια ή, ακόμα, η μοιρολατρία, η αδράνεια, μα πάνω από όλα, το «κοινωνικό αναγκαίο κακό», δίνουν μια γερή βάση για περεταίρω αναγωγές, οι οποίες έχουν γίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση πεδίο θεατρικής έρευνας για τους εμπλεκομένους – καλλιτέχνες προσδίδοντας με το σκηνικό αποτέλεσμα τροφή για σκέψη και προβληματισμό.

Διαβάστε ολόκληρο το κείμενο της Γιώτας Δημητριάδη στο Τέχνες-Plus


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*