29/03/2023

Δημήτρης Κατσουρίνης: Η Ποπ μπορεί μπορεί να είναι συναρπαστική, πολυεπίπεδη, σκεπτόμενη

Δημήτρης Κατσουρίνης: Η Ποπ μπορεί μπορεί να είναι συναρπαστική, πολυεπίπεδη, σκεπτόμενη

Από την πρώτη φορά που γνώρισα τον Δημήτρη Κατσουρίνη, την εποχή που ο καθένας έκανε την εκπομπή του στον Rock FM σχημάτισα την εντύπωση ότι πρόκειται για έναν πολύ ευγενή και χαμηλών τόνων δυναμικό άνθρωπο.
Βρισκόμασταν συμπτωματικά (;) σε κάποια live  – είναι μια πολύ ιδιαίτερη κοινότητα «αυτοί που πάνε σε Live» – και λέγαμε δύο κουβέντες στα πεταχτά όμως χρειάστηκαν τα «Φτηνά Μαργαριτάρια» (Εκδόσεις Οκτώ), το μυθιστόρημά του για να μιλήσουμε πιο διεξοδικά και να δω ότι δεν είχα πέσει έξω.

Ο Δημήτρης Κατσουρίνης είναι λάτρης της μουσικής και στα «Φτηνά Μαργαριτάρια» έστησε έναν ολόκληρο κόσμο στην καρδιά της μουσικής και της μουσικής βιομηχανίας για να μιλήσει για την απόγνωση, την ελπίδα, την φιλία και την μουσική ως καταλύτη για τις ζωές των ηρώων του βιβλίου – και όχι μόνο θα προσέθετα ως αναγνώστης.

Ο ήρωάς του, ο Τζακ Πάλας, ενώ φαινομενικά είναι ένας ήρωας που δύσκολα μπορείς ως αναγνώστης να ταυτιστείς μαζί του, αποκαλύπτεται τόσο …κανονικός, τόσο άνθρωπος της διπλανής πόρτας σε ό,τι έχει να κάνει με τις αγωνίες του.
Λέω ότι είναι δύσκολη η κατ’ αρχήν ταύτιση γιατί ο Τζακ Πάλας είναι, ή μάλλον ήταν ο αρχηγός ενός σούπερ επιδραστικού pop γκρουπ που απλώς αποφάσισε να τους παρατήσει, να το διαλύσει, χωρίς εξήγηση και να ζήσει απομονωμένος για εικοσιπέντε χρόνια.
Εκείνη τη στιγμή της ζωής του τον συναντάμε κι εμείς μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του Δημήτρη Κατσουρίνη.

Παγίως αποφεύγω να μιλήσω για την υπόθεση του βιβλίου – πόσο  μάλλον να κάνω σποϊλεργιές – εκείνο που δεν θα χαλάσει τίποτα από την ατμόσφαιρα και την απόλαυση της ανάγνωσης είναι να ξέρεις ότι κάθε κεφάλαιο του βιβλίου έχει τον τίτλο ενός τραγουδιού.

Η ατμόσφαιρα του τραγουδιού πιστεύω ότι μεταφέρεται όχι μόνο στο περιεχόμενο, στην ίδια την ιστορία, αλλά και στην γραφή του Κατσουρίνη. Άλλοτε δυναμική, άλλοτε πιο …mid tempo, η γραφή του Δημήτρη Κατσουρίνη μέσα από τα «Φτηνά Μαργαριτάρια» μας μεταφέρει σε έναν μαγικό αλλά πραγματικό κόσμο.

Τα υπόλοιπα νομίζω είναι καλύτερο να τα «ακούσουμε» από τον ίδιο!

Ποιο συγκρότημα θα ήθελες να είναι τα «Φτηνά Μαργαριτάρια»;

Simple Minds, Talk Talk, Blue Nile, Stone Roses, Tears For Fears, Sound, The-The …κάπου εκεί ανάμεσα θα τοποθετούσα ηχητικά τα ‘Μαργαριτάρια’. Ήθελα να θυμίζουν πολλά αγαπημένα συγκροτήματα του παρελθόντος, ταυτόχρονα όμως να έχουν τη δική τους διακριτή ταυτότητα και να σε βάζουν στο ιδιαίτερο σύμπαν τους. Δεν επεδίωξα ωστόσο να οριοθετήσω αυστηρά το γκρουπ, ήθελα να αφήσω κάποιο χώρο, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να προβάλλει τις δικές του σκέψεις σε αυτό.

– Δημήτρη, πόσο «ροκ» είναι η ποπ κουλτούρα;

Ειλικρινά, δεν ξέρω, δεν τα πάω και πολύ καλά με τις ταμπέλες. Στο καθαρά μουσικό πλαίσιο όμως, η ποπ μουσική συχνά αντιμετωπίζεται ως κάτι απλοϊκό, εφήμερο, πλαστικό και γενικά κατώτερης «θρεπτικής» αξίας για την ψυχή και το μυαλό. Κι όμως, στην καλή της εκδοχή μπορεί να είναι συναρπαστική, ενδιαφέρουσα, πολυεπίπεδη, σκεπτόμενη, γνήσια συναισθηματική και όλα να τα πετυχαίνει παραμένοντας προσβάσιμη και προσιτή. Επίσης, στο βιβλίο, η ποπ αποτέλεσε το πλαίσιο στο οποίο βασίστηκα για να ακουμπήσω έννοιες όπως η ματαιοδοξία, η ματαιότητα, οι ψευδαισθήσεις, τα όνειρα…

– Η Αθήνα, αν ήταν μουσικό είδος, τι μουσική είναι;

Τελευταία, ταυτίζω την Αθήνα με τη μουσική που βγαίνει από τα σπλάχνα της. Από την ψυχή, τη φαντασία και την ευαισθησία των ίδιων των παιδιών της. Συνδυάζω τις βόλτες  μου στο κέντρο, με μουσικές των Sillyboy, Σtella, Rattler Proxy, Victory Collapse, Baby Guru, Ice Eyes, Keep Shelly In Athens, Kenny Freq… ονόματα όπως τα παραπάνω, συνθέτουν για μένα τον σημερινό ήχο της πόλης.

– Το πανεπιστήμιο – που είναι ο επαγγελματικός σου χώρος – είναι ροκ, ποπ, ένας ζωντανός οργανισμός ή ένα …«εργοστάσιο παραγωγής»;

Ένας ζωντανός οργανισμός που πρέπει να διατηρείται ζωντανός και υγιής.

– Πότε γεννήθηκαν τα «μαργαριτάρια» στο μυαλό σου, πώς αποφάσισες να αφήσεις στην άκρη τα reviews και να φτιάξεις έναν μυθιστορηματικό κόσμο;

Αρχικά ήθελα να φτιάξω έναν κόσμο στον οποίο θα μπορούσα που και που να δραπετεύω. Ο χαρακτήρας του Τζακ υπήρχε στο μυαλό μου και αναζητούσε το κατάλληλο εκφραστικό όχημα για να βγει προς τα έξω. Αγαπώ τους ήρωες που βρίσκονται σε σύγχυση. Ο Τζακ αποτελεί, νομίζω, μια ενδιαφέρουσα περίπτωση γιατί ενώ για τους εναπομείναντες θαυμαστές του παραμένει επιτυχημένος, ο ίδιος βουλιάζει στην αδράνεια, την κατάθλιψη, την απογοήτευση και γενικώς στις αντιφάσεις του. Τα υπόλοιπα «Μαργαριτάρια» μπήκαν αργότερα στο ‘παιχνίδι’, όταν αποφάσισα ότι το βιβλίο δεν θα είναι μια μονωδία του Τζακ. Εκτός των άλλων, ήταν ένας τρόπος να μιλήσω για τη φιλία στο πέρασμα του χρόνου…   

– Όταν διάβαζες για εξετάσεις, μουσική άκουγες ;

Κυρίως ραδιόφωνο. Ήταν η συντροφιά μου. Είχα πάντα στο μυαλό μου τις ώρες των αγαπημένων μου μουσικών εκπομπών και κάθε μέρα έφτιαχνα αυτοσχέδια προγράμματα συνδυασμένου κύκλου διαβάσματος – ακρόασης. Για παράδειγμα, 6-8 που έχει εκπομπή ο τάδε θα κάνω επανάληψη στη φυσική, 8-10 αλλάζω σταθμό για να ακούσω τον δείνα και πιάνω τα μαθηματικά… χωρίς αυτά τα τρικ δεν νομίζω ότι θα κατάφερνα τότε να διαβάσω πάνω από δυο συνεχόμενες ώρες.

– Κατά τη συγγραφή του βιβλίου, τι μουσικές άκουγες;

Τα τραγούδια που αναφέρονται στο βιβλίο, αλλά και μερικά πιο φρέσκα, που ταίριαζαν στην πιο ονειρική, καλοκαιρινή, μελαγχολική ατμόσφαιρα που ήθελα να έχουν συγκεκριμένα κεφάλαια. Θυμάμαι ότι είχα κολλήσει με δυο συγκεκριμένα άλμπουμ, το Nocturne των Wild Nothing και το Days tων Real Estate. Τα άκουγα συνεχώς όταν έγραφα. Αν τα ‘Μαργαριτάρια’ είχαν υπάρξει, ίσως να αποτελούσαν σημείο αναφοράς για νέα γκρουπ σαν και αυτά.

Δημήτρης Κατσουρίνης: Η Ποπ μπορεί μπορεί να είναι συναρπαστική, πολυεπίπεδη, σκεπτόμενη

– Με αφορμή τον Τζακ, βλέπεις ανθρώπους που τα έχουν παρατήσει, που έχουν κρυφτεί, στην πόλη, στην δουλειά σου, όταν βγαίνεις έξω;

Νομίζω ότι όλοι μέσα μας έχουμε αισθανθεί σαν τον Τζακ κάποια στιγμή ή σε κάποια περίοδο της ζωής μας. Άλλοι γονατίζουν οριστικά, άλλοι λυγίζουν προσωρινά, οι περισσότεροι προσπαθούν να το κρύψουν ή να το θάψουν κάτω απ’ το χαλί της καθημερινότητας. Ξέρω ανθρώπους που απογοητεύτηκαν, τα παράτησαν και κρύφτηκαν. Ξεκινώντας να γράφω για τον Τζακ, συνειδητοποίησα ότι η αφετηρία του χαρακτήρα του, ή της συνθήκης στην οποία τον συναντούμε, υποσυνείδητα βασίστηκε σε ένα πολύ κοντινό και αγαπημένο μου πρόσωπο.

– Εσένα τι σε φοβίζει;

Φοβάμαι για την υγεία τόσο τη δική μου, όσο και των αγαπημένων μου ανθρώπων. Φοβάμαι επίσης την κακιά στιγμή και τα μπερδέματα ή τις συμπτώσεις που μπορούν να οδηγήσουν σ’ αυτήν. Ώρες – ώρες το μυαλό μου λειτουργεί σαν μηχανή παραγωγής φόβων. Μαθαίνεις να ζεις με αυτό και το διαχειρίζεσαι. Μόνο που μεγαλώνοντας, γίνεσαι όλο και πιο επιφυλακτικός και κάποιες στιγμές (όχι πάντα) σου λείπει εκείνη η γοητευτική άγνοια κινδύνου της νεότητας.

– Ποια είναι η εσωτερική σου δύναμη; Όταν «πέφτεις» τι σε ανεβάζει;

Οι δημιουργικές αναλαμπές. Η προσδοκία. Η πίστη σε ιδέες, η προσήλωση σε στόχους που μπορεί να μην είναι χειροπιαστοί, αλλά με κάποιο τρόπο λειτουργούν λυτρωτικά. Η παρέα κι η κουβέντα με τους δικούς μου ανθρώπους, τους φίλους και την οικογένεια μου.

– Πιστεύεις στον Θεό, πιστεύεις «κάπου» ή δεν έχεις καθόλου μεταφυσικές ανησυχίες;

Σέβομαι απόλυτα την ανάγκη του ανθρώπου να αναζητήσει απαντήσεις στα υπαρξιακά του ερωτήματα, να βρει ένα καταφύγιο για τις φουρτούνες της ζωής, τις στενοχώριες, τα άγχη, την απώλεια. Γενικά είμαι πιο ορθολογικός τύπος, αλλά γνωρίζω καλά πώς ο ορθολογισμός δεν είναι πάντοτε αρκετός.  

– Για ποιο συγκρότημα έχεις μαλώσει με τον κολλητό σου;

Δεν είμαι συγκρουσιακός τύπος και αποφεύγω τους τσακωμούς, ωστόσο πολλές φορές έχω συλλάβει τον εαυτό μου να υπερασπίζεται τις μουσικές αρετές των Duran Duran. Είναι κάτι που παθαίνω από μικρός και δεν λέω να το ξεπεράσω!

– Ποιος είναι ο πρώτος δίσκος που απέκτησες;

Τρεις μου έρχονται στο μυαλό: Duran Duran – Arena, Janet Jackson – Control και το ντεμπούτο της Tracy Chapman. Μου αρέσουν ακόμα, αν και με διαφορετικό τρόπο ο καθένας.

– Σύστησέ μας τον Δημήτρη, μέσα από πέντε τραγούδια.

[1] Sound – Sense of Purpose

[2] Steely Dan – Josie

[3] Jim James – We Ain’t Getting Any Younger

https://www.youtube.com/watch?v=s_Mht0j9Mco

[4] Mose Allison – My Brain

[5] Massive Attack – Daydreaming

– Εκτός από τη μουσική …τι;

Βιβλία, ταινίες, θέατρο, η τέχνη σε όλες τις μορφές της με συναρπάζει και με ψυχαγωγεί. Περισσότερο όμως αγαπώ τα βιβλία. Αναζητώ την ηρεμία κάθε ημέρας, ή τις σιωπές της νύχτας αν προτιμάς, για να διαβάσω, έστω και λίγες σελίδες. Για να ταξιδέψω στο χώρο, στο χρόνο, στον ανθρώπινο νου και την ψυχή, για να γνωρίσω πολλές πτυχές της ανθρώπινης έκφρασης…    

– Πού είναι το μπαρ του Panos;

Το μπαρ του Panos πέρα από τον ρόλο του στην πλοκή του βιβλίου, συμβολίζει κατά κάποιο τρόπο το πέρασμα του χρόνου. Ο ίδιος ο Panos είναι κάτι σαν εκπρόσωπος του παλιού κόσμου, ενός κόσμου που γλιστρά σιγά-σιγά στο περιθώριο, συνεχίζει όμως ακόμα να υπάρχει και να βρίσκει ανταπόκριση. Είτε στους σύγχρονους του, είτε σε όσους νεότερους μπορεί να γοητεύονται από τη διαφορετικότητα του, σε σχέση με τις σύγχρονες επιταγές της μόδας. Στο παρελθόν, έχω συναντήσει μπαρ που θυμίζουν το “Buckley” στα ελληνικά νησιά. Στις Σπέτσες, στη Σέριφο, στην Αντίπαρο… τώρα πια είναι λιγότερα. Δεν θέλω όμως να πω περισσότερα γιατί ο αναγνώστης είναι παραπάνω από ευπρόσδεκτος να νιώσει οικεία και να προβάλλει τη σκηνή που εκτυλίσσεται στο Buckley, στο μπαρ ή στο νησί που έχει συνδέσει με τις δικές του καλοκαιρινές αναμνήσεις. 

– Τι πίνεις όταν βγαίνεις;

Δεν βγαίνω πλέον συχνά και όταν το κάνω άντε να πιω καμιά μπύρα ή ένα κρασί, οπότε να σου πω για τους ήρωες του βιβλίου; Η Λίντα θα απολάμβανε ένα εντυπωσιακό κοκτέιλ. Ο Τζόννυ θέλει ένα μπουκάλι βότκα δίπλα του, μόνο που τώρα έχει κάποια θέματα και πρέπει να προσέχει. Ο Τζεφ είναι οικογενειάρχης, δεν νομίζω ότι προλαβαίνει να το πολυσκεφτεί. Ο Νικ θα επέλεγε ένα ακριβό μπουκάλι κρασί. Ο Τζακ πάλι δεν πιστεύω να πίνει κοκτέιλ. Είναι πιο παραδοσιακός και κάπως μονόχνοτος για να προτιμήσει κάτι πολύχρωμο, αρωματικό και τέλος πάντων διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Το λέω με όλη την αγάπη που ξέρει ότι του έχω!   

– Έχεις σχέδιο για επόμενο βιβλίο;

Προς το παρόν προσπαθώ να εξοικονομώ χρόνο για να γράφω τα Σαββατοκύριακα. Δεν έχω κάποιο συγκεκριμένο σχέδιο, μόνο σκόρπιες ιδέες που δεν ξέρω πώς θα διαμορφωθούν στην πορεία. Μου αρέσει στην αρχή να γράφω λίγο πιο ελεύθερα, να αφήνω τα πράγματα να με οδηγούν από μόνα τους. Νιώθω την ανάγκη να μιλήσω για την εποχή μας, όχι απαραίτητα με τους όρους της κρίσης που βιώνουμε στη χώρα, αλλά γενικότερα. Σίγουρα θα υπάρχει και μουσική, πιθανόν σε μικρότερο βαθμό. Θα δούμε όμως, είναι πολύ νωρίς ακόμα. Σκέψου ότι μου πήρε τέσσερα χρόνια να ολοκληρώσω τα ‘Μαργαριτάρια’ …

Δημήτρης Κατσουρίνης: Η Ποπ μπορεί μπορεί να είναι συναρπαστική, πολυεπίπεδη, σκεπτόμενη

Ο Δημήτρης Κατσουρίνης με λίγα λόγια:

Περνά τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στο εργαστηριακό και διδακτικό προσωπικό του οποίου ανήκει. Τις υπόλοιπες ασχολείται με τη μουσική και τη συγγραφή. Κείμενά του (άρθρα, παρουσιάσεις δίσκων και βιβλίων) έχουν δημοσιευθεί σε μουσικά περιοδικά και ιστοσελίδες (Fractal Press, Jazz & Τζαζ, mixtape.gr, mixgrill.gr). Εκπομπές του με επίκεντρο τη σύγχρονη μουσική έχουν φιλοξενηθεί σε διαδικτυακές ιστοσελίδες και ραδιοφωνικές συχνότητες intersonik.net, mindradio.gr, Rock FM). Τα Φτηνά Μαργαριτάρια είναι το πρώτο του βιβλίο.

Γιάννης Καφάτος

 

 


mm
About Γιάννης Καφάτος 2068 Articles
Γιάννης Καφάτος, Μπαμπάς, δημοσιογράφος, ραδιοφωνικός παραγωγός, tattoer, T-shirt maker, dj, και ποιος ξέρει τι άλλο (ακόμη). Σπούδασε πολιτικές επιστήμες πήρε όμως πτυχίο από το ΡΟΔΟΝ και άλλα συναυλιακά "ιδρύματα". Ταξιδεύει λιγότερο από όσο θα ήθελε.

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*