Με μια μεγάλη θεατρική παραγωγή, «Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας», επαναλειτουργεί ο ιστορικός χώρος Empassy που λειτουργούσε για σχεδόν 6 δεκαετίες ως κινηματογράφος.
Το πρόσφατα ανακαινισμένο και υπερσύγχρονο Empassy Theater συστήνεται εκ νέου στο αθηναϊκό κοινό, αφού από το 1962 ως το 2020 λειτουργούσε ως κινηματογράφος. Όπως διατυπώνεται στο δελτίο τύπου της παράστασης: Ο μοναδικός χειμερινός κινηματογράφος στο Κολωνάκι, γνώρισε κορυφαίες στιγμές αίγλης, δημιουργώντας τη δική του ξεχωριστή πολιτιστική ταυτότητα, με έντονο το αποτύπωμά του στα κινηματογραφικά δρώμενα της χώρας. Φιλοξένησε σημαντικές πρεμιέρες τόσο εθνικών, όσο και διεθνών κινηματογραφικών παραγωγών. Αποτέλεσε, για δεκαετίες, το σημείο συνάντησης διακεκριμένων προσωπικοτήτων της πολιτιστικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Κορυφαία στιγμή η συνεργασία με την Ταινιοθήκη της Ελλάδος κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’80. Το 2021, οι επιχειρήσεις «Embassy Παραγωγές Πολιτισμού» αναλαμβάνουν το χώρο και με απόλυτο σεβασμό στην ιστορικότητα του, δημιουργούν έναν σύγχρονο χώρο πολιτισμού, το «EMBASSY Theater». Διατηρώντας το όνομα, αλλά και τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του χώρου, τον μετατρέπουν σε μία σύγχρονη, υψηλής αισθητικής θεατρική σκηνή, συνολικής χωρητικότητας 500 θέσεων.
Πρώτη θεατρική παραγωγή που παρουσιάζεται στον συγκεκριμένο χώρο, είναι το μιούζικαλ Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας του Graig David σε μουσική Marc Shaiman. Το μιούζικαλ, που βασίζεται προφανώς στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Roald Dahl, έκανε πρεμιέρα το 2013 στο WEST END σημειώνοντας ρεκόρ εισπράξεων. Μετά από 3 χρόνια παραστάσεων, έκανε πρεμιέρα και η αμερικανική εκδοχή του στο Broadway, όπου σημείωσε ανάλογη επιτυχία, αν και έλαβε μέτριες προς αρνητικές κριτικές για την απόκλιση από το πρωτότυπο και το αμετροεπές χιούμορ του.
Η παράσταση
Στη χώρα μας, το συγκεκριμένο μιούζικαλ ήταν άγνωστο, αλλά ήταν πολυαναμενόμενο τόσο για τη δημοφιλία του έργου σε μικρούς και μεγάλους, όσο και για τα «εγκαίνια» του Empassy Theater, ενός χώρου-στολίδι. Η παράσταση είναι ένα μεγάλο θέαμα για όλη την οικογένεια με πρωταγωνιστές τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη ως Γουίλι Γουόνκα και τον Σπύρο Ντούγια ως Τσάρλι. Μαζί τους ένας 30μελης θίασος και μια ζωντανή (;) ορχήστρα.
Ο Γιώργος Βάλαρης μας έχει συνηθίσει σε μεγάλα θεάματα που έγιναν δημοφιλή στο ευρύ κοινό, με πιο πρόσφατη την επιτυχημένη του παράσταση Το Έκτο Πάτωμα που παρουσιάστηκε πέρσι στο θέατρο Ακροπόλ και αναμένεται να επιστρέψει τέλη του μήνα στο Παλλάς. Με το Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας, κάνει ένα άνοιγμα σε ένα είδος που δεν έχει εδραιωμένη θέση στην Ελλάδα, αυτό του family theater, δηλαδή μεγάλων θεαμάτων που απευθύνονται σε όλη την οικογένεια. Ο όρος αυτός διαφέρει από τις παιδικές παραστάσεις -μεταξύ των οποίων έχουμε δει σίγουρα και μερικά αριστουργήματα- ή από τις αξιόλογες παραστάσεις «ενηλίκων» που μπορούν να τις δουν ευχάριστα και ανήλικοι θεατές.
Με τη συγκεκριμένη παράσταση νομίζω ο Βάλαρης ανέλαβε ένα μεγάλο στοίχημα, καθώς είχε να μεταφράσει και να σκηνοθετήσει ένα μιούζικαλ άγνωστο στην χώρα μας και ταυτόχρονα μια παραγωγή τέτοιου μεγέθους, να διαχειριστεί την αναπόφευκτη σύγκριση με την ταινία του Burton και να σκηνοθετήσει μια παράσταση με παιδί-ηθοποιό ως πρωταγωνιστή. Σε μεγάλο βαθμό το «πείραμα» πέτυχε και συνολικά δημιουργήθηκε μια ευχάριστη παράσταση ικανή να συναρπάσει τους μικρούς θεατές.
Από εκεί πέραν δημιουργούνται κάποιες εντάσεις κυρίως αναφορικά με τη διαχείριση της παραγωγής, τη διανομή και την αισθητική του σκηνικού. Καταρχάς, βασικό δομικό στοιχείο του έργου είναι ότι πέντε παιδιά επιλέγονται να μπουν στο Εργοστάσιο Σοκολάτας και αναμένεται να δούμε παιδιά στους ρόλους των παιδιών. Κάτι τέτοιο όμως δε συνέβη, πέραν από τον χαρισματικό Σπύρο Ντάγια. Αντίστοιχα, ενώ στην υπόθεση ο Τσάρλι ζει με τους τέσσερις παππούδες του, στη διανομή εμφανίζεται μόνο ο Π. Ξεκούκης και τους υπόλοιπους παππούδες υποδύονται νέοι ηθοποιοί φορώντας περούκες. Δημιουργείται λοιπόν θέμα μη ρεαλιστικής αναπαράστασης και ασυμφωνίας ύφους. Κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε ή να είχαμε παιδιά και για τους 5 ρόλους των παιδιών ή σε όλους τους ρόλους ενήλικες.
Ο Σπύρος Ντάγιας ήταν η μεγάλη έκπληξη της παράστασης και δικαιολογεί στο 100% την επιλογή της παραγωγής και κατ’ επέκταση την κεντρική του θέση στο προωθητικό υλικό της παράστασης. Ο ανήλικος ηθοποιός, αναγνωρίσιμος από τη σειρά-φαινόμενο Άγριες Μέλισσες, έχει ένα σπάνιο σκηνικό χάρισμα και άνεση. Παρά την ομολογούμενη του σκηνική απειρία, καταφέρνει να φέρει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο, χωρίς να του ξεφεύγει δευτερόλεπτο πάνω στη σκηνή, ενώ στα τραγουδιστικά μέρη του ρόλου του ήταν εξαιρετικός. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η άνεσή του σε ζωντανό κοινό όταν περπατούσε στο διάδρομο ανάμεσα στα καθίσματα και μετά την παράσταση, η επικοινωνία που είχε με τους θεατές που έσπευδαν να τον συγχαρούν ή να βγάλουν μια φωτογραφία μαζί του.
Πιστεύω ακράδαντα πως αν και η Ελλάδα δεν είναι μια χώρα μεγάλων θεαμάτων στο βαθμό που είναι το Λονδίνο ή το Broadway, με την ανάλογη αναζήτηση μέσω ακροάσεων και τη σχολαστική προετοιμασία, θα μπορούσε να υποστηρίξει θεάματα με παιδιά-ηθοποιούς. Στο παρελθόν είχαμε δει τη Μελωδία της Ευτυχίας και το Matilda από τη Θέμιδα Μαρσέλλου, το Billy Eliot από τον Δημήτρη Λιγνάδη με νεαρούς πρωταγωνιστές που στάθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων.
Η δεύτερη ένταση που έχω αφορά την αισθητική της παράστασης και κυρίως τα σκηνικά της παράστασης. Κατά κύριο λόγο τα σκηνικά της παράστασης υποκαθιστούνται από εξαιρετικά ποιημένα video art που καλύπτουν το background της σκηνής (Χ square lab). Μπροστά από αυτές τις γιγαντοοθόνες, υπήρχαν μερικά σκηνικά που συμπλήρωναν την ψηφιακή εικόνα. Για παράδειγμα, το σπίτι του Τσάρλι προβαλλόταν στις οθόνες και μπροστά υπήρχε ο καναπές όπου κοιμόντουσαν οι παππούδες του. Αντίστοιχα, το Εργοστάσιο Σοκολάτας κατά κύριο λόγο ήταν ένα ψηφιακό δημιούργημα, που υποκαθίστουσε την αμιγώς θεατρική δράση, ιδίως στις σκηνές όπου ο Γουόνκα ξεναγούσε τα παιδιά στο εργοστάσιο ή στα σημεία όπου «αποχωρούσαν» επεισοδιακά.
Πέραν από την κατάχρηση των ψηφιακών μέσων, κρίνεται αδύναμη η απόδοση των Ούμπα-Λούμπα, ως «ζωντανές μαριονέτες» από ηθοποιούς γονατιστούς που φορούσαν πρόσθετα μέρη στα κοστούμια τους, αξιοποιώντας μόνο το πρόσωπό τους. Παρά την «αδύναμη» εικόνα, συνδυαστικά με τους εξαιρετικούς φωτισμούς της Κατερίνας Μαραγκουδάκη και τις ευφάνταστες χορογραφίες του Μάρκου Γιακουμόγλου στήνεται ένα απολαυστικό θέαμα, αν δε φέρουμε υπόψιν τη φοβερή ερμηνεία του Deep Roy στην ταινία του Burton.
Όσον αφορά τους υπόλοιπους βασικούς ρόλους, τα παιδιά, η μιούζικαλ εκδοχή αρκετά μεταγενέστερη του βιβλίου, διαφοροποιείται αρκετά. Αναλυτικότερα: η Βερούκα Σολτ, το κακομαθημένο πλουσιόπαιδο γίνεται… Ρωσίδα και ο μπαμπάς της από καθωσπρέπει εργοστασιάρχη μοιάζει περισσότερο με… ροκ σταρ. Στην παρούσα χρονική περίοδο, ακούστηκε λίγο αμήχανα η ρωσική καταγωγή της, που δεν ήταν και σύμφωνη με το πρωτότυπο.
Ιδιαίτερα επιτυχημένη κρίνεται η απόδοση του Μάικ Τιβί, του νεαρού που είναι εθισμένος στην τηλεόραση. Πριν από 60 χρόνια όταν πρωτοκυκλοφόρησε το βιβλίο, ή το ’71 που βγήκε η ταινία με τον Gene Wilder, ο Μάικ έβλεπε όλη τη μέρα τηλεόραση, έπαιζε σε παλιές βιντεοκονσόλες και ήταν ντυμένος καουμπόι. Σήμερα, η πιο αναγνωρίσιμη εικόνα είναι ένας νέος κολλημένος στο κινητό του, που έχει συσσωρευμένο θυμό και χρησιμοποιεί υβριστικό λεξιλόγιο παρά το νεαρό της ηλικίας του. Κάπως έτσι τον υποδύεται ο Αρμάν Eδουάρδος Μενετιάν, με πολλούς θεατές να «διαβάζουν» κομμάτια του εαυτού τους.
Αντίστοιχα, η Βιολέτα, το κορίτσι που μασάει ακατάπαυστα τσίχλες, στο βιβλίο και ειδικότερα στην ταινία φαίνεται ως τοπική διασημότητα. Η θεατρική διασκευή την μετατρέπει ως «ποπ σταρ» που είναι «viral στα social media» και εμφανίζεται ως ένας πολύ αβανταδόρικος μιούζικαλ ρόλος. Μικρότερη απόκλιση από την εικόνα που είχαμε από την ταινία, είχε ο Αύγουστος Γκλουπ, το υπερβολικά λαίμαργο αγόρι από τη Βαυαρία.
Αφήσαμε για το τέλος, τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη που υποδύεται τον Γουίλι Γουόνκα. Στο μιούζικαλ, ο ρόλος του Γούονκα εμφανίζεται στο πρώτο μέρος μεταμφιεσμένος ως «Candy Man», έναν ηλικιωμένο πωλητή ζαχαρωτών. Με αυτό τον τρόπο φαίνεται να έχει επιλέξει τον Τσάρλι πολύ νωρίτερα από το τέλος της ξενάγησης στο εργοστάσιό του. Στο δεύτερο μέρος της παράστασης, ο Μπουρδούμης φαίνεται να μπαίνει περισσότερο στον ρόλο του και ιδίως στα σημεία όπου «ξεφορτώνεται» ο Γουόνκα από τα κακομαθημένα παιδιά. Τραγουδιστικά δε φαίνεται να έχει την άνεση που έχουν οι υπόλοιποι συντελεστές της παράστασης, αλλά ερμηνεύει τα τραγούδια περισσότερο ως ηθοποιός, με ιδιαίτερα συγκινητική την ερμηνεία του στο «Pure Imagination».
Τέλος, επειδή πρόκειται για παράσταση μιούζικαλ, μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση που δε φαινόταν μπροστά στην σκηνή η ορχήστρα, η οποία όπως μάθαμε στην υπόκλιση βρισκόταν στον εξώστη.
Συμπερασματικά, δεν ξέρω αν Ο Τσάρλι και το Εργοστάσιο Σοκολάτας είναι η σπάνια υπερπαραγωγή όπως διαφημίζεται και κατά πόσο είναι πιστό στο πρωτότυπο, αλλά είναι σίγουρα ένα δύσκολο σκηνικό εγχείρημα που σε μεγάλο βαθμό κατακτήθηκε επάξια.
Φεύγοντας από το υπέροχο Empassy, στέκομαι σε δύο πράγματα: στο ότι ο Βάλαρης κατάφερε να συντονίσει τον 30μελη του θίασο, με τα τεχνικά μέσα που είχε και να καλύψει την όποια «έλλειψη» με μεγαλοφανή τρόπο και φυσικά στον μικρό Σπύρο Ντούγια, «ένα αστέρι που μόλις γεννήθηκε» μπροστά στα μάτια μας.
Διαβάστε ακόμη: Οι κινηματογραφικοί Wonka από το 1971 έως το 2023 στο …μικροσκόπιο του Αναστάση Πινακουλάκη
Info για την παράσταση:
- Κείμενο: David Greig
- Μουσική: Marc Shaiman
- Στίχοι: Scott Wittman & Marc Shaiman
Με τραγούδια από την κινηματογραφική ταινία των Leslie Bricusse & Anthony Newley.
- Απόδοση και σκηνοθεσία: Γιώργος Βάλαρης
- Απόδοση στίχων: Γιώργος Βάλαρης – Φαίη Σούκου
- Σκηνικά: Άννα Βεσκούκη
- Κοστούμια: Παναγιώτα Κοκορού
- Μουσική Διεύθυνση – Διδασκαλία ορχήστρας: Ηλίας Καλούδης
- Χορογραφία: Mάρκος Γιακουμόγλου
- Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη
- Video art: Χ square lab
- Βοηθοί σκηνοθέτη: Κωνσταντίνος Φρίγγας – Φαίη Σούκου
- Βοηθός ενδυματολόγου: Σοφία Κοζανίτη
- Mουσική Διδασκαλία: Δημήτρης Μπουζάνης
- Φωτογράφος: Πάνος Γιαννακόπουλος
- Τrailer παράστασης: Κυριάκος Περσίδης
- Διεύθυνση – οργάνωση παραγωγής: Νίκος Παπαμανώλης
- Παραγωγή: Embassy Παραγωγές Πολιτισμού
Το έργο παρουσιάζεται σε συνεργασία με την Music Theatre International www.mtishows.eu»
- Πρωταγωνιστούν: Αλέξανδρος Μπουρδούμης, Σπύρος Ντούγιας/Γιώργος Καραμολέγκος (διπλή διανομή), Πέτρος Ξεκούκης
- Συμπρωταγωνιστούν (αλφαβητικά): Γιάννης Βογιατζάκης, Γιώργος Βούντας, Έμιλυ Γουσγούνη, Ελένη Δήμου, Λία Ζάιου, Πέτρος Ιωάννου, Στέλιος Κέλλερης, Μάριος Μαριόλος, Γιώργος Μαρτίνος, Αδαμαντία Μαστροδούκα, Ζέτα Μαστροδούκα, Αρμάν Eδουάρδος Μενετιάν, Ιουλίτα Μωσαΐδου, Εύα Σταμάτη, Δανάη Τσιρώνη, Φαίδων Φαρίντ, Αννα Φιλιππάκη, Γιώργος Φράγκος
- Ορχήστρα: Διεύθυνση ορχήστρας/Πιάνο: Ηλίας Καλούδης
- Βοηθός Μαέστρου/Πιάνο: Αποστόλης Μαργαζής
- Πιάνο/Πλήκτρα: Γιώργος Κονής/ Σταύρος Πετσαλάκης
- Πιάνο/Πλήκτρα: Ανδριανή Γιακουμέλου/Τζώρτζης Τσιρόπουλος
- Φλάουτο, Κλαρινέτο, Τενόρο Σαξόφωνο: Θεόδωρος Πιστόλας
- Τρομπέτα: Διονύσης Κοκόλης
- Κιθάρα: Χρήστος Γκάτσος/ Γιώργος Κατσαμάκης
- Μπάσο: Κώστας Αρσένης
- Τύμπανα: Θάνος Καλοδούκας/ Βαγγέλης Κοτζάμπασης
- Προγραμματισμός πλήκτρων: Καλούδης Ηλίας/Γιώργος Κονής
- Συνοδός πιάνου: Ανδριανή Γιακουμέλου/Φώτης Ματζαρίδης