08/06/2023

Ιστορίες αγάπης με ζώα: Ο Μπάμπης και η οικονομική κρίση


Ο Μπάμπης είναι γιός της Τατάς, της κατάμαυρης γάτας του κήπου, παρ’ ότι εκείνος είναι γκρίζος τιγρέ. Γύρευε ποιος είναι ο πατέρας του, αλλά εδώ δεν ψάχνει η γάτα εγώ θ’ ασχοληθώ; Θα ‘ναι κοντά 5 μηνών πια. Περιφερόταν στα πέριξ μαζί με τη φαμίλια του, μαμά, θεία, αδέλφια, ξαδέλφια, ώσπου ένα πρωί, την ώρα που τους έβαζα φαγητό, πρόσεξα πως ήταν ξαπλωμένος περίεργα λίγο παραπέρα.

-Καλέ, έλα να φας κι εσύ, του είπα και ελαφρά τον σκούντηξα.

Μαζεύτηκε κι αγρίεψε. Πόναγε το γατί.

Αγκαλιά και στο σπίτι. Ο μηρός στο πίσω δεξί πόδι του ήταν πρησμένος. Μάλλον τον είχε χτυπήσει αυτοκίνητο, αλλιώς δεν εξηγείται. Έτσι ξαφνικά τι άλλο; Αυτός κι ένας κατάμαυρος αδελφός του,  κάθε τόσο, κουτρουβαλούσαν  καταμεσής του δρόμου.

Τους χαζεύαμε με το γείτονα και κουνάγαμε με νόημα τα κεφάλια μας.

-Φύγετε, ρε χαζά από δω, οι συνήθεις οδηγοί της γειτονιάς είναι λίγο χειρότεροι από ό,τι της υπόλοιπης Αττικής, διότι και τα χρονάκια τους τα παραέχουν (εξ ου και τα πέντε γραφεία τελετών σε ακτίνα 300 μέτρων εδώ τριγύρω) και μια αυτοπεποίθηση αντισυνταγματάρχη εν αποστρατεία, επίσης, τους έλεγα.

Χαμπάρι οι γάτες. Το ‘χουν  να είναι τρελά σίγουρες πως τίποτα δεν θα τους συμβεί, μέχρι να…

Μαλακό το πρήξιμο του Μπάμπη. Το περιέγραψα στη γιατρό. Πάντα έχει την καλή διάθεση να με συμβουλεύει τι να κάνω σε ώρα ανάγκης με τα γατόσκυλά μου η καλή γιατρός. Η τηλεφωνική κουβέντα μας κατέληξε:

-Πρέπει να κάνει κι έναν υπέρηχο.

Δεν είχε άδικο, αλλά στις μέρες μας πού να τό ‘βρει. Για τέτοιες εξετάσεις με στέλνει σε ένα άλλο κτηνιατρείο, που συνεργάζεται, με άρτιο εξοπλισμό. Σ’ αυτό το ιατρείο έχω πάει τρεις φορές με ζωντανά μου, πλήρωσα κάμποσα κάθε φορά και την επόμενη μέρα αν όχι αυθημερόν όλα μου πέθαναν. Σίγουρα, δεν φταίει το ιατρείο, αλλά δεν τ’ αποφασίζεις και να ξαναπάς με τέτοια συγκυρία… Και σαφώς δεν είναι μόνο αυτό. Το οικονομικό επίσης παίζει το δικό του θεμελιώδη ρόλο. Υπέρηχος 100 τόσα για το γατούλη; Και τι θα πάρει ο ΕΝΦΙΑ(ς), η ΕΦΟΡΙΑ, οι Τράπεζες, ο γιόκας που σπουδάζει στη Σαλονίκη;

Έτσι, ο Μπάμπης έμεινε μέσα στο σπίτι άνευ εξετάσεων υπό αυστηρή επίβλεψη. Ξαπλωμένος συνήθως στο κρεβάτι μου, οπότε από το γραφείο μου, που είναι δίπλα, τον είχα στο νου μου συνέχεια, έμοιαζε ήρεμος. Μόνο όταν τον πασπάτευα στο πόδι του με δάγκωνε. Πόναγε.

Άρχισα να ρωτάω τους γατόφιλους της γειτονιάς μπας και υπήρχε κάτι να τον ανακουφίσω. Άκρη δεν έβγαλα, ιστορίες φρίκης άκουσα, που όλες κατέληγαν: …κι η γάτα πέθανε.

Τον έψαχνα μπας κι άλλαξε κάτι στο πρήξιμο, μιλάγαμε, διότι ήθελα να του εξηγήσω για να συμμετέχει κι αυτός στην ανάρρωσή του, τον έβγαζα και καμιά βόλτα αγκαλιά στον κήπο, τον άφηνα στο μικρό μπάνιο να φάει κι έπειτα ερχόταν πάλι στο κρεβάτι μου και σκαρφάλωνε. Στην αρχή σκαρφάλωνε άγαρμπα και καμιά φορά έπεφτε αλλά μέρα με τη μέρα έβλεπα πως πήδαγε μια χαρά.

Και δεν πήδαγε μόνο για να ανέβει ή να κατέβει από το κρεβάτι, κυνηγούσε και τις υπόλοιπες γάτες του σπιτιού ως ανεπιθύμητες. Το είχε δει πλέον πως το σπίτι του ανήκε και τα υπόλοιπα γατομέλη της οικογένειας όφειλαν να τα μαζεύουν. Οι μεγαλύτερες, ο Αλέξανδρος ας πούμε, δεν του ‘δωσε και πολύ σημασία. Αντάλλαξαν μερικά… κιχ με σημασία κι ο Μπάμπης μαζεύτηκε. Τη Velvet και τη Γκρίνια που μπαινόβγαιναν σπίτι κήπο τις μύριζε σε κάθε είσοδό τους για να μάθει επακριβώς πού είχαν πάει και τι είχαν κάνει. Κι αυτό δεν είναι αποκλειστικά γατοπεριέργεια, γιατί τα ίδια μου κάνει κι η Κυρά (σκύλος) όταν γυρίζω απ’ έξω. Εξονυχιστικό έλεγχο.

Χάζευα τον Μπάμπη και θυμόμουνα μια ανιψιά του πατέρα μου από το χωριό, που μικρή είχε χτυπήσει το πόδι της, αλλά πού γιατρός τότε και με τι λεφτά; Δεκαετία του ’50, μες στην ανέχεια. Έτσι, η Αγλαΐα έκτοτε κούτσαινε. Αυτό θα πάθει κι ο Μπάμπης.

Οι μέρες περνούσαν με ένα κάρο σκέψεις συν μια ακόμη, κι αυτή ενοχική, του Μπάμπη, ο οποίος μέρα με τη μέρα φαινόταν καλύτερα από διάθεση για φαγητό και παιχνίδι και εάν δεν το ήξερες μπορεί και να μην το πρόσεχες πως το πίσω δεξί πόδι του είχε ένα θεματάκι, λίγο του ξέφευγε στο τρέξιμο, όμως σίγουρα δεν τον ενοχλούσε.

Καμιά φορά έμπαινε κι η αδελφή του σπίτι να του κάνει παρέα. Μια ιδιαίτερη γάτα. Μ’ ακολουθεί όταν βγαίνω για ψώνια. Φτάνει μέχρι ένα σημείο που είναι το όριό της και σκαρφαλώνει στο πρώτο δέντρο που θα βρει. Πάω για ψώνια και στην επιστροφή μου, από τον ίδιο δρόμο, μόλις φτάνω στο δέντρο με το… ώριμο γατοφρούτο η γατούλα πηδάει ξαφνικά μπροστά μου. Σκιάχτηκα την πρώτη φορά που το παίξαμε το παιχνίδι της, δεν την περίμενα να μου ’ρθει ουρανοκατέβατη. Μετά, αρχίζει να τρέχει προ το σπίτι, γυρίζει, βεβαιώνεται προς την ακολουθώ και συνεχίζει μέχρι να φτάσουμε, να της ανοίξω την πόρτα του κήπου και έξω από την πόρτα του σπιτιού να αναποδογυρίσει το άδειο μπολάκι της, εννοώντας: «Ατραξιόν τέλος, την πληρωμή μου σε είδος, παρακαλώ».

Το πρήξιμο έχει υποχωρήσει και ο γατούλης Μπάμπης έβγαλε και φωνή, διότι μέχρι τώρα ανοιγόκλεινε το στόμα του απλώς και με κοιτούσε στα μάτια με ικεσία. Αυτή η γατοματιά που τη διαβάζεις και την ερμηνεύεις: «Πόσο ανάγκη σ’ έχω» είναι μια από τις γατοπαγίδες, διότι μόλις αποκτήσει όσα επιθυμεί η γατούλα για πότε το βλέμμα της μετατρέπεται σε: «Άσε με στην ησυχία μου, κυρά μου» δε λέγεται. Αυτή είναι κι η γοητεία τους άλλωστε.

Έχει περάσει πια ένας μήνας. Ο Μπάμπης έχει συνέλθει και σήμερα μας ξύπνησε 7 παρά, διότι έπαιζε μανιωδώς ποδόσφαιρο με τις γκαζές που ανακάλυψε πάνω στο τραπέζι της τραπεζαρίας. Γήπεδο το σπίτι κι εκείνος δεν ήξερε ποιό χρωματιστό βώλο να πρωτοκυνηγήσει.

Επικίνδυνο να περπατάς εδώ μέσα διότι πατάς την γκαζά κι οριζοντιώνεσαι χωρίς να το πάρεις χαμπάρι. Και μετά, υπέρηχο δεν έχει, ως γνωστόν.

Πριν λίγο τον έψαξα. Είχε αποκάμει απ’ το παιχνίδι κι είχε πέσει ξερός για ύπνο δίπλα σ’ ένα παπούτσι μου στο χωλ που το έχει γεμίσει με μικρές και μεγάλες πολύχρωμες γκαζές. Αυτό ήταν το τέρμα του.

Σύσση Καπλάνη


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*