21/03/2023

Η κιβωτός του Νώε – Ιστορίες αγάπης με ζώα

Η κιβωτός του Νώε

Τι πανικός κι αυτός με τα χιόνια στην Αθήνα. Και να παραβγαίνουν τα ειδησεογραφικά sites ποιο θα τρομάξει τον κόσμο περισσότερο. Διότι γράφει ο ένας ‘Θα κάνει κρύο’, ο άλλος το ‘τσιμπάει’ λίγο παρα πάνω, ‘θα κάνει πολύ κρύο’ και πάει λέγοντας. ‘Άσπρη η Αθήνα΄. Το ‘Χιόνια στο καμπαναριό’ έγινε ‘Χιόνια στο καθιστικό’ του ταλαιπωρημένου Αθηναίου. Και οι αναρτημένες υπερβολές διαδέχονταν άκομψα η μία την άλλη. 

Είπα κι εγώ να βάλω μέσα στο σπίτι όλα τα ζωντανά μου μην παγώσουν και να νιώσω όπως ο Νώε με την Κιβωτό του. Χωράνε τρία σκυλιά και δέκα γάτες σ’ ένα σπίτι; Όλοι οι καλοί χωράνε. Και μπήκαν μέσα όλοι οι καλοί με τα πιατάκια τους και έγινε σε ένα 24ωρο το έλα να δεις.

Έλα να δεις που «αυτό το πιάτο με τις τηγανίτες είναι δικό μου», «όχι δικό μου»… Πάρτο κάτω το πιάτο κι ένα τσούρμο γάτες δοκίμασαν τηγανίτες πριν προλάβω καν να βάλω μέλι.
Έλα να δεις που «αυτή η συμπαθητική, όταν μας ταΐζει, κυρία όλη την ώρα κάθεται σ’ αυτή την καρέκλα του γραφείου της, θέλω κι εγώ». Πάρτην κάτω την οθόνη του υπολογιστή. Το πώς σώθηκε η οθόνη είναι από τα ανεξήγητα.
Έλα να δεις που «αυτό το μαξιλαράκι στην καρέκλα της μ’ αρέσει». «Όχι, εγώ θα το πάρω»… Φτερά και πούπουλα το μαξιλάρι.
Έλα να δεις που «αυτά τα λαμπάκια έχουν πλάκα»… Έτρεχε μια γάτα μες στο σπίτι τραβώντας τα χριστουγεννιάτικα φωτάκια μέχρι που ευτυχώς βγήκαν από την πρίζα και πλέον δεν είχαν κανένα ενδιαφέρον. Δεν ήταν πάνω σε δέντρο, ευτυχώς, μια βιβλιοθήκη φώτιζαν.
Η κιβωτός του Νώε
«Τι είναι αυτά; Α, βοτσαλάκια κι έχουν στη μέση ένα κερί. Δεν το θέλω το κερί, αλλά τα βοτσαλάκια…» Γέμισε το σπίτι βοτσαλάκια διαφόρων χρωμάτων και ανά δυο ή και τρεις οι γατούλες  τα έτρεχαν μέχρι να βαρεθούν και να τα κρύψουν κάτω από το χαλί.
Στην αρχή έτρεχα κι εγώ να προλάβω ζημιές, μετά παραδόθηκα άνευ όρων και έβλεπα το σπιτικό μας να  αποδομείται. 
Δεν θα άφηνα, φυσικά, πιάτο ή ό,τι άλλο φαγώσιμο σε κοινή θέα, αλλά «τις φέτες ψωμί του τοστ δεν θα τις πειράξουν, οι γάτες δεν τρώνε ψωμί ούτε στη μεγαλύτερη πείνα τους» νόμιζα. Άλλωστε, τους είχα μοιράσει ένα βραστό κοτόπουλο λίγη ώρα πριν. Ο Τζίφος, φιλοξενούμενος, πορτοκαλί γάτος κάμποσων κιλών δεν είχε την ίδια άποψη. Η συσκευασία άνοιξε και οι γωνιές από 5-6 φέτες φαγώθηκαν στο λεπτό. Μετά, με τα μεγαλύτερα ψιχουλάκια παίζεις μπάλα μια χαρά.
«Αυτό το CD μπα δεν είναι καλά εκεί» «Κι αυτό το μικρό βιβλίο δεν είναι στη θέση που πρέπει». «Πολλά μπιχλιμπίδια έχει αυτό το σπίτι. Τι τα θέλουν;» Ήμουν σίγουρη πως άκουγα τη σκέψη τους πριν από κάθε ΄διορθωτική’ τους κίνηση. Φυσικά, δεν μου δίναν καμία σημασία, είχαν τόσα πολλά να κάνουν και έπρεπε να προλάβουν. 
Ένιωθα όπως τότε στα παιδικά πάρτι των παιδιών μου. Μια μέρα προετοιμασία, μια βδομάδα ανασυγκρότηση. Και τότε ψύχραιμη παρακολουθούσα τα τεκταινόμενα, όπως και τώρα. 
Σε λίγο ξημερώνει η πρώτη μέρα στην κιβωτό. Αδύνατον να κοιμηθώ από τα παιχνίδια των γατιών με την ειρηνική συμμετοχή των σκύλων. Όλη τη νύχτα άκουγα ήχους και υπέθετα αντικείμενα. 9 στα 10 τα πετύχαινα. 
Η κιβωτός του Νώε
Η Άννα (σκύλος) αποκαμωμένη έχει ξαπλώσει φαρδιά πλατιά στο κρεβάτι μου, ο Μπάμπης και η Velvet παραδίπλα της. Ο Αλέξανδρος έχει ξαπλώσει μπροστά στο σχεδόν σβηστό πιά τζάκι. Ο Τζίφος στον καναπέ παραδίπλα του. Η αδελφή του Μπάμπη έχει βολευτεί στην πολυθρόνα του παππού. Ο Λάκης θέλει να βγει έξω , διότι καλά παίξαμε, άντε να πάμε πιά στα σπίτια μας. Η Κυρά (σκύλος) επιθεωρεί εάν κάτι έχει μείνει στη θέση του, τριγυρνώντας μέσα στο σπίτι, ό,τι της γυαλίζει το ρίχνει κάτω κι όσα γατιά αντέχουν ακόμη σπεύδουν να το συμπεριλάβουν στα παιχνίδια τους.
Ο Λάκης πήγε μετά χαράς στο σπίτι του. Μέσα, στρωμένη η κόκκινη μάλλινη κουβέρτα του τον περίμενε. Την έβγαλε έξω και ξάπλωσε στο χώμα. «Θα παγώσεις!» Με κοίταξε αδιάφορα και το ‘ριξε στον ύπνο. Η Άννα με ακολούθησε απρόθυμα στο δικό της σπίτι. Είχε περάσει τόσο καλά όλο το βράδυ που δεν ήθελε να τελειώσει. Η Κυρά αποκλείστηκε στα μέσα δωμάτια για να καθαρίσω. Οι γατούλες του κήπου βγήκαν πολύ δύσκολα έξω, αλλά ήταν αναγκαίο. Οι υπόλοιπες κοιμόντουσαν ήδη και μόνο όταν έκανα φασαρία άνοιγαν κανένα μάτι, που αμέσως το ξανάκλειναν κατάκοπες. 
Η κιβωτός του Νώε

Εκείνη την ώρα άκουσα την γκρίνια της Γκρίνιας έξω από την πόρτα της κουζίνας. Είχε έρθει  να φάει λίγη ξηρά τροφή, όπως πάντα, και να ξαναπάρει δρόμο. Μου φάνηκε πως έκπληκτη αντίκρισε το θέαμα μπαίνοντας, ή έτσι ήθελα να πιστεύω, λίγο κοντοστάθηκε και με κοίταξε. Προχώρησε προς το πιάτο της, έφαγε, έριξε μια ματιά σ’ όλο το σπίτι και πήγε ξανά στην πόρτα για να της ανοίξω να φύγει. «Ούτε αυτή δεν μπορεί να το βλέπει έτσι που το έκαναν τα υπόλοιπα».

Καφέ, σκούπα, φαράσι, σφουγγαρίστρα και στοίχημα: Μέχρι το βράδυ θα μένουμε ξανά σε σπίτι. «Βαριά η καλογερική», βαριά κι η φιλοζωική διάθεση, κακά τα ψέματα.

Καλή χρονιά να έχουμε!

Σύσση Καπλάνη


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*