
Νικ Κέιβ & The Bad Seeds.
Από τις post punk ημέρες του συγκροτήματός του Birthday Party, στην εποχή που ζούσε στο διαιρεμένο Βερολίνο ερμηνεύοντας σε σκοτεινά μπαρ αβάν-γκαρντ εξπεριμένταλ μουσική στο σήμερα, που οι μπαλάντες του μοιάζουν γιατρεμένες από το σκοτεινό του παρελθόν και ποζάρει ισοδύναμα δυνατός με τον Μπομπ Ντύλαν ή τον Λέοναρντ Κοέν κάποτε.
Ο Αυστραλός σταρ πλέον προσφέρεται και ως καλλιτέχνης οικογενειακού μεγέθους. Κάτι σαν τον Φρανκ Σινάτρα του ανεξάρτητου (προς το σκοτεινό) ροκ. Όπως και να έχει, το αφήγημα ζωής του Νικ Κέιβ έχει γερές δόσεις αυτοκαταστροφικών φλερτ, καλλιτεχνικής αναγνώρισης, προσωπικών δραμάτων και εμπορικής επάρκειας. Είναι πλέον μια μουσική ατραξιόν σταδίων. Τον κατανοούν οι πάντες. Είναι ένας καλλιτέχνης που γεννά οπαδούς. Είναι ένας 60άρης που μπορεί να κάνει τους εικοσάρηδες να θέλουν να του μοιάσουν.
Ανέβηκε στη σκηνή τρικλίζοντας. Και στη διάρκεια της περφόρμανς του, αν το κοινό τού πέταγε χάπια αμφεταμίνης ή lsd ή κάτι ακόμα περισσότερο δραστικό σε παραισθησιογόνο, δεν θα δίσταζε να το δοκιμάσει. Υπήρξε μια περίοδος που ο Νικ Κέιβ ήταν πραγματικά επικίνδυνος.
21 Απριλίου 1981. Οι Birthday Party έχουν μόλις τελειώσει την ηχογράφηση τους για την εκπομπή του John Peel στο BBC Radio 1. Η εκπομπή με τη μουσική τους εξέπεμψε την επόμενη μέρα
-Από το 1978 τραγουδούσε στην μπάντα των Birthday Party. Ένα μουσικό “κάτι” που καλλιτεχνικά ήταν μπροστά από την εποχή του. Η εποχή του punk rock είχε ολοκληρωθεί και εκείνοι ήδη έπαιζαν αυτό που ο κόσμος έψαχνε. Την εξέλιξή του.
Από σκηνής ο Νικ Κέιβ τραγουδούσε στίχους που μιλούσαν για την αυτοκαταστροφή την ίδια στιγμή που η μπάντα του συνδύαζε κάτι από την ενέργεια των Sex Pistols.
Tα σκληρά μπλουζ του Bo Diddley. To άτεχνο αβάν–γκαρντ των Velvet Underground. Οι Birthday Party εμφανίστηκαν πρώτη φορά στην Αθήνα, στο γήπεδο του Σπόρτινγκ, στις 17 Σεπτεμβρίου 1982. Ήταν μια συναυλία υψηλού ρίσκου για τους διοργανωτές της. Ο Κέιβ εμφανίστηκε στη σκηνή μαστουρωμένος. Το κοινό τού πέταγε χάπια στη σκηνή. Τα κατάπινε με τη βοήθεια αλκοόλ. Είναι θαύμα πώς αυτός ο άνθρωπος ζει ακόμα.
Ο Νικ Κέιβ την εποχή που ζούσε στο Βερολίνο και με τους Bad Seeds κυκλοφόρησε το άλμπουμ “Kicking Against the Pricks” (1986). Ο φωτογράφος Bleddyn Butcher έχει πει στον Guardian πως ήθελε να αναδείξει μια άλλη πλευρά του ροκ σταρ. Εκείνη που ήταν κάτι περισσότερο από την αγριάδα που έβγαζε στη σκηνή και τα θεόστενα παντελόνια που φορούσε
-Το 1983 οι Birthday Party διαλύθηκαν. Ο Νικ Κέιβ συνέχισε μόνος του. Έφτιαξε τους Bad Seeds, το συγκρότημα που εμφανίζεται στις συναυλίες του επιστρατεύοντας σειρά υπέροχων μουσικών με πλούσιο βιογραφικό σε new – wave συγκροτήματα της εποχής. Και μοίραζε τη ζωή του ανάμεσα στο Λονδίνο και το Βερολίνο. Ήταν μια εποχή που άρχισε ν’ ακούει μανιωδώς μπλουζ και κάντρι μουσική. Το 1988 κυκλοφόρησε το τραγούδι Mercy Seat. Ένα ντεκαντάνς ύμνο για τη ζωή σε μια περίοδο που ο κόσμος δεν είχε τη σημερινή του μορφή. Το Βερολίνο ήταν μια πόλη φάντασμα διαιρεμένη στον ανατολικό και δυτικό τομέα του. Ο Κέιβ, τότε, σ’ εκείνη την πόλη μεγαλούργησε.
Από την εποχή που μπάσο στους Bad Seeds έπαιζε ο Barry Adamson. Πρώην μπασίστας στους Magazine και μετά, στη σόλο καριέρα του, έγραψε μουσική με έντονες κινηματογραφικές αναφορές
-Το 1989 ο Νικ Κέιβ βούτηξε γιά τα καλά στο σύμπαν του κινηματογράφου. Γύρισε την ταινία “Ghosts… of the Civil Dead”. Φίλμ που η υπόθεσή του εξελίσσεται σε μια φυλακή. Η σκηνοθεσία, το σενάριο και εννοήται η μουσική ηταν δικά του.
Το 1993 κυκλοφόρησε το άλμπουμ από τα live του Νικ Κέιβ με τους Bad Seeds με τον τίτλο “Live Seeds”. Μια μια επετειακή έκδοση για τα 10 χρόνια πορείας τους η οποία συνοδευόταν από μια συλλογή φωτογραφιών από την περιοδεία τους, το 1992-93, του φωτογράφου Peter Milne.
–Το 1996, ενώ ο Νικ Κέιβ μένει πια στο Λονδίνο, κυκλοφόρησε το “Murder Ballads” μέσα από το οποίο βλέπουμε την κορύφωση της μακροχρόνιας αγάπης του στη «βίαιη γλώσσα» και τον τολμηρό και αυθόρμητο πειραματισμό του στη μουσική. Έχει πια περάσει σε μια άλλη μουσική φάση, οι μπαλάντες αυτού του δίσκου θα αποτελέσουν σταθμό για την καριέρα του και θα απογειώσουν και αυτόν και τους Bad Seeds. Οι συνεργασίες του με την Kylie Minogue και την PJ Harvey στα κομμάτια “Where The Wild Roses Grow” και “Henry Lee” αντίστοιχα θα γίνουν από τις μεγαλύτερες mainstream επιτυχίες των 90’s.
–Το 1998 κυκλοφορεί ένα best of που τη βασική επιλογή έχει κάνει ο μουσικός σύντροφός του και φίλος του, Mick Harvey. Από το 1999 άρχισε να εμφανίζεται χωρίς τους Bad Seeds αλλά με τους Dirty Three του Warren Ellis. Στην αυγή του 2000 ο Νίκ παντρεύεται το μοντέλο Susie Bick. Και λίγο αργότερα γεννήθηκαν οι δίδυμοι γιοι του, ο Άρθουρ και ο Ερλ. Το 2013 κυκλοφόρησε το «Push the Sky Away», στου οποίου το εξώφυλλο εμφανίζεται η γυναίκα του γυμνή. Το 2014 βγήκε στις αίθουσες του σινεμά μια ταινία για τη ζωή του με τίτλο: «20.000 Μέρες Στη Γη», ενώ ο Νικ γινόταν 57 χρόνων. Το 2015 ένα τραγικό συμβάν βρίσκει τον Νικ. Ο γιός του, Άρθουρ, σκοτώνεται σε ατύχημα, καθώς πέφτει από μεγάλο ύψος στο Μπράιτον. Η οικογένεια Κέιβ βυθίστηκε στο πένθος.
Νικ Κέιβ και Warren Ellis
Το τελευταίο τους άλμπουμ “Skeleton Tree”, έγινε Νο1 σε 8 χώρες, τοπ 5 σε άλλες 11 χώρες και τοπ 20 σε πολλές ακόμα. Ο δίσκος έφερε στο συγκρότημα την υψηλότερη θέση της καριέρας τους στο chart της Μεγάλης Βρετανίας (νο2) και των ΗΠΑ (νο 27), ενώ πρόσφατα έγινε ασημένιο στη Μεγάλη Βρετανία. Έχοντας μόλις κερδίσει μια υποψηφιότητα για τα BRIT Awards 2017 στην κατηγορία Best International Group category, οι Nick Cave & The Bad Seeds παραμένουν ένα από τα κορυφαία συγκροτήματα της εποχής και έχουν πουλήσει πάνω από 5.000.000 δίσκους παγκοσμίως.
Leave a Reply