
Την Τετάρτη 26 Ιουλίου γίνεται ο πλειστηριασμός για τις εταιρείες που ανήκουν στον όμιλο του Πήγασου και είναι η ‘ιδανική’ μέρα για μερικές καλές και κακές αναμνήσεις.
Όταν πήγα στην Άνωση τα γραφεία της βρίσκονταν στην οδό Ζαν Μωρεάς στο Χαλάνδρι. Μια προχειροφτιαγμένη πολυκατοικία με πυλωτή, χωρίς κεντρική θέρμανση, γεγονός που ελάχιστα ενδιέφερε βέβαια. Η πρώτη μου δουλειά ήταν το Tribute to Miles Davis στο Παλλάς και είναι αγχωτικό να κάθεσαι με το καλημέρα δίπλα στον Herbie Hancock και να μεταφράζεις ανόητες ερωτήσεις, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας.
Οι πρώτοι μισθοί ήταν στα όρια του βασικού γιατί βρισκόμουν ‘υπό δοκιμή’ όπως έμαθα. Μερικούς μήνες αργότερα ο μισθός ξεπέρασε τα όρια του βασικού πάντως. Μια μέρα η Εύη, η τότε γραμματέας του διευθύνοντα συμβούλου της εταιρείας, μου είπε πως θα έρθει ‘ο Φώτης’ να μας δει.
Ο Φώτης ήταν το ‘μεγάλο αφεντικό’ ο υιός Μπόμπολα και ιδρυτής του Ρόδον Club. Η συμπεριφορά του δε θύμιζε με τίποτα αφεντικό, ούτε εκεί ,ούτε στο Club. Του μίλαγαν όλοι στον ενικό, μας αποκαλούσε όλους με τα μικρά μας ονόματα.
Οι συναυλίες αποτελούσαν ήδη το ‘αποπαίδι’ της Άνωσης, αφού είχε ξεκινήσει για τα καλά η τηλεοπτική παραγωγή. Στις συναυλίες ήμασταν εγώ, ο διευθυντής παραγωγής που χωρίς αυτόν δε θα γινόταν τίποτα και ο διευθύνων σύμβουλος που έκλεινε τις συμφωνίες με το εξωτερικό και αποκαλούσε το Ρόδον ‘my club’ στους ξένους. Κάναμε ωραίες συναυλίες, κάναμε και μέτριες και όποιος σας λέει πως κάνει μόνο μεγάλες και σπουδαίες συναυλίες σας δουλεύει ψιλό γαζί, να το ξέρετε αυτό. Ο μόνος που πίστευε πως έκανε μόνο μεγάλες συναυλίες ήταν ο διευθύνων και δε δίσταζε να τα χώνει σε κόσμο που εξέφραζε αρνητική άποψη για κάποια απ αυτές. Ήθελε να είναι αφεντικό και ήθελε να το δείχνει.
Εν τω μεταξύ ο Φώτης έκανε και την άλλη του επιθυμία πραγματικότητα και άνοιξε τον Ρόδον FM και τα χρόνια της λειτουργίας του οι συναυλίες πήγαιναν μια χαρά, αφού υπήρχε πλέον άμεση υποστήριξη. Στο υπόλοιπο συγκρότημα ο σταθμός και το club αντιμετωπίζονταν με σκεπτικισμό, για να το πω ευγενικά, ειδικά κάθε φορά που πέφτανε φάπες έξω από το Club ή όταν κάποια συναυλία είχε χασούρα για την εταιρεία. Ειδικά στις περιπτώσεις χασούρας οι εκάστοτε οικονομικοί διευθυντές της εταιρείας έκαναν λες και είχαν χάσει λεφτά από την τσέπη τους-περίεργα πλάσματα αυτοί οι άνθρωποι και η Άνωση δεν ευτύχισε ποτέ στη συγκεκριμένη θέση, με μοναδική εξαίρεση αυτόν που βρισκόταν στη θέση όταν έφυγα (ένας άνθρωπος που έκανε τα πάντα με χαρτί και μολύβι).
Όταν ξεκίνησαν οι κουβέντες με την Didi Music για το Rock Of Gods ο Φώτης ζήτησε να μάθει το συνολικό κόστος ώστε να ξέρει ‘πόσα θα πληρώσει’. Τέτοιο άτομο ήταν εκείνες τις μέρες. Μέχρι και μοναχικό καβαλάρη τον έλεγες, ούτε ίχνος αυταρχισμού και επίδειξης. Η εταιρεία με βοήθησε δις όταν χρειαζόμουν επειγόντως χρήματα, χωρίς να το πολυσκεφτεί-αυτά να τα λέμε. Όσα χρόνια έμεινα εκεί δεν έβγαλα ποτέ πολλά λεφτά, ίσως κάποιοι άλλοι σε ανάλογη θέση να έπαιρναν πολλά περισσότερα, αλλά ουδείς έμεινε σε κάποια εταιρεία όσο εγώ
Εν τω μεταξύ κατά τον ρου τον γεγονότων που λέει και στην ταινία, αλλάζει ο γενικός οικονομικός στη μαμά εταιρεία και λίγο αργότερα ο Φώτης αποφασίζει να κλείσει στον σταθμό γιατί ‘έμπαινε μέσα’ (ο σταθμός πλήρωνε πάντα πριν τελειώσει ο μήνας και ήταν η μοναδική φορά που έβγαλα λεφτά απ το ραδιόφωνο). Ποτέ κανείς από τους από πάνω δεν ενδιαφέρθηκε να στελεχώσει τον σταθμό με ένα άτομο που καταλάβαινε στοιχειωδώς τι είναι ο Ρόδον FM ώστε να τον ‘πουλήσει’ στη διαφημιστική πιάτσα που τότε είχε φράγκα πολλά. Δε μιλάω για χείρα βοηθείας από εργαζόμενους στον Πήγασο (αυτό έγινε έτσι κι αλλιώς), αλλά με μόνιμη θέση εκεί στη Βουλής που ήταν ο σταθμός. Τέλος πάντων.
Το μεγαλύτερο φάουλ κατά τη γνώμη μου ήταν η μετακόμιση από τη Μωρεάς στον Πήγασο ‘για να μη πληρώνουμε τσάμπα λεφτά σε νοίκια’. Ήταν η εποχή που η εταιρεία έχασε την όποια μοναδικότητα της είχε απομείνει. Καταλάβαμε όλοι πως τα πράγματα άλλαξαν όταν μια μέρα ακούσαμε τον γενικό οικονομικό δερβέναγα να ουρλιάζει ‘απολύεσαι’ σαν κακό σκυλί σε κάποιον που τόλμησε να ολοκληρώσει ένα επαγγελματικό τηλεφώνημα και να καθυστερήσει μερικά λεπτά να παρουσιαστεί στο γραφείο του που τον είχε ζητήσει. Μια άλλη φορά τόλμησα να πάρω μόνος μου την εταιρεία κινητής τηλεφωνίας για να δω αν δικαιούμαι καινούργια συσκευή και με φώναξαν για να μου κάνουν νουθεσίες, επειδή ‘αυτά τα πράγματα τα κάνουν άλλοι’.
Είχαμε γίνει πλέον μία ακόμα τυπική Α.Ε. Ο ερχομός του Gagarin βάλτωσε το Ρόδον club. Βλέπετε το μονοπώλιο είχε χαθεί και έπρεπε να μπει το χέρι βαθύτερα στη τσέπη για προσφορές σε μπάντες. Οι τσέπες όμως είχαν στενέψει. Το Ρόδον τέλειωσε, ακολούθησαν λύσεις ημίμετρα, αφού για λίγο καιρό έπαιζε η ιδέα ενός καινούργιου χώρου (γιατί στη τελική αν δεν είχε ο Μπόμπολας λεφτά να πάρει έναν τέτοιο χώρο, δεν είχε κανένας).
Σχεδόν άπαντες δούλευαν για τη τηλεόραση πλέον.
Σε μια από τις ευτυχέστερες (όπως αποδείχθηκε στη συνέχεια) στιγμές της ζωής μου η εταιρεία μου ανακοίνωσε πως δεν σκοπεύει ‘να συνεχίσει τη συνεργασία της μαζί μου’ και ίσα που πρόλαβα να στείλω ένα mail στον κόσμο που συνεργαζόμουν τόσα χρόνια. Ζήτησα να δω τον Φώτη για να τον ευχαριστήσω για όλα αυτά τα χρόνια (πείτε με μαλάκα, αλλά έτσι μου βγήκε) και μου είπε πως δεν ήμουν ‘φιλόδοξος’. Θα ‘ξερε κάτι παραπάνω μάλλον, αλλά η βασική μου ‘φιλοδοξία’ ανέκαθεν ήταν η ύπαρξη υγιούς προσωπικής ζωής.
Στον διευθύνοντα που μου ανακοίνωσε την απόφαση έχω να μιλήσω από εκείνη την ημέρα. Μου ‘δωσαν αποζημίωση. Καλή. Όταν ξύπνησα την επόμενη μέρα ένιωθα πως είχα απελευθερωθεί από ένα τεράστιο βάρος, καθώς από μια ‘ελεύθερη κι ωραία’ εταιρεία είχαμε καταντήσει δημόσιο της χειρότερης μορφής. Δεν πήγα καν στην τελευταία συναυλία που ‘χα κλείσει, την Lisa Gerrard στο Παλάς. Το συναυλιακό τμήμα δεν μπόρεσε να σταθεί ποτέ ξανά στα πόδια του και δε φταίνε όσοι δούλεψαν σ’ αυτό μετά από μένα.
Εγώ λοιπόν υπήρξα τυχερός, αλλά όσοι πρώην συνάδελφοι (κατά κανόνα από την εταιρεία πέρασαν πολύ καλοί άνθρωποι, τόσο στη δουλειά όσο και σαν χαρακτήρες) αποφάσισαν να μείνουν πρέπει να βίωσαν τον απόλυτο εξευτελισμό τον τελευταίο χρόνο. Μήνες απλήρωτοι, πήγαιναν γραφείο και έφευγαν χωρίς να κάνουν απολύτως τίποτα με τη ψυχολογία κάτω απ τα πατώματα, μέχρι πουν από λίγο καιρό τους είπαν ‘παιδιά αυτό ήταν κλείνουμε’ και έκλεισαν. Αυτό δε χωνεύεται με τίποτα, δε μπορώ καν να τους πάρω τηλέφωνο να ρωτήσω πως είναι-σκατά κι απόσκατα σε ένα μαγαζί γωνία που κάθε Χριστούγεννα έδινε σε ΟΛΟΥΣ τους εργαζόμενους δωροεπιταγές αξίας 150 ευρώ.
Το μαγαζί τώρα πουλιέται με τιμή εκκίνησης 20 χιλιάρικα και κάποια στιγμή θα πρέπει κάποιοι να πληρώσουν γι αυτή την ύβρη και την ‘είμαι και γαμάω’ συμπεριφορά τους ελέω μεγάλου αφεντικού. Το μεγάλο αφεντικό δε ξέρω τι θα κάνει και δε με νοιάζει κιόλας. Οι παλιοί συνάδελφοι με καίνε.
Πάλι καλά που η κινηματογραφική εταιρεία που διοργανώνει τις Νύχτες Πρεμιέρας δεν ανήκε στον όμιλο…..
Νομίζω το επόμενο δάκρυ θα είναι όταν μάθουμε το όνομα του νέου ιδιοκτήτη (όχι δε ξέρω κάτι, απλά λέω).
Μανώλης Κιλισμανής
Leave a Reply