08/06/2023

Είδα την «Ορέστεια» των Βουλγαράκη, Μελεμέ και Μαυραγάνη


«Η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απεβίωσε»

Η «Ορέστεια» του Αισχύλου, η μοναδική σωζόμενη αρχαία τριλογία από την κλασική αθηναϊκή δραματουργία που πρωτοπαρουσιάστηκε το 458 π.Χ., αποτελείται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων», «Χοηφόροι» και «Ευμενίδες».

Τις περισσότερες φορές , για πρακτικούς λόγους, τις παρακολουθούμε ξεχωριστά, πέρσι για παράδειγμα είδαμε τον «Αγαμέμνωνα» σε σκηνοθεσία Τσέζαρι Γκραουζίνι, μια εξαιρετική προσέγγιση από τους Vasistasκαι την Αργυρώ Χιώτη στις «Χοηφόρους» και έναν υποκριτικό άθλο από τη Στεφανία Γουλιώτη στις «Ευμενίδες».

Αυτό το καλοκαίρι το Εθνικό Θέατρο είχε την εξαιρετική πρωτοβουλία να παρουσιάσει την τριλογία μέσα από την ματιά τριών σκηνοθετών, δίνοντας βήμα τόσο στις νεότερες δημιουργούς, όσο και στη γυναικεία οπτική. Πήρε το ρίσκο, γνωρίζοντας τόσο τις πρακτικές δυσκολίες, όσο και το μη εμπορικό κομμάτι της παράστασης –δύσκολα θα παρακολουθεί το κοινό παράσταση 280 λεπτών!

Το ερώτημα είναι αν τελικά η παράσταση ως σύνολο κατάφερε τον σκοπό της. Και για ποιον σκοπό μιλάμε; Υπήρχε στόχος να δούμε διαφορετικές οπτικές; Μια κοινή αισθητική; Αυτό ομολογώ, πώς δεν το κατάλαβα. Νομίζω ότι έχουμε να κάνουμε με την περίπτωση: «Η εγχείρηση πέτυχε, ο ασθενής απεβίωσε».

«Αγαμέμνων»

Ο «Αγαμέμνονας» της Ιούς Βουλγαράκη, ξεκίνησε με το φως το ήλιου και στηρίχθηκε σ’ ένα εμπνευσμένο δίπολο αντιθέσεων και συμβόλων.

Η Κλυταιμνήστρα (Εύη Σαουλίδου) ήταν ντυμένη στα λευκά, ο Αγαμέμνων (Αργύρης Ξάφης)στα μαύρα, η πρώτη φορούσε παντελόνι , εκείνος φόρεμα (κουστούμια: Πάρις Μέξης). Η υποδοχή του βασιλιά γίνεται από την ίδια στρώνοντας κόκκινο χαλί, το ίδιο χρώμα θα βάψει και τα χέρια της. Το κόκκινο της υποδοχής είναι το χρώμα προαποφασισμένης θυσίας.

Ο Θοδωρής Αμπαζής έγραψε μια σπουδαία μουσική σύνθεση, παίζοντας με τις ανάσες και τους χτύπους. Δίνοντας την αίσθηση ότι το τέλος του στρατηλάτη είναι προ των πυλών.

Οι ερμηνείες των ηθοποιών δεν εντυπωσιάσαν. Ξεχώρισε η Εύη Σαουλίδου, κυρίως για την εκφορά του λόγου της και ο Αργύρης Ξάφης για τις υποκριτικές πινελιές χιούμορ.

Με στόμφο και υπερβολή ο Κήρυκας του Δημήτρη Γεωργιάδη. Αδιάφορος ο Αίγισθος του Αλέξανδρου Λογοθέτη.

Ενδιαφέρουσα η προσέγγιση της Δέσποινας Κούρτη, ως Κασσάνδρα, αλλά στο κομμάτι του θρήνου κάτι δεν λειτούργησε. Πολύ καλός ο Φρουρός του Στέλιου Ιακωβίδη, αν και φλέρταρε  με τη γραφικότητα σε κάποια σημεία.

Μια αίσθηση απροσανατολισμού εισέπραξα από τον χορό των γερόντων (Θανάσης Βλαβιανός, Πάρις Θωμόπουλος, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Νίκος Καρδώνης, Κωστής Κορωναίος, Δαυίδ Μαλτέζε, Γιάννης Νταλιάνης, Θέμης Πάνου, Στρατής Πανούριος)Χανόταν ο ρυθμός και σ’ ελάχιστα σημεία λειτούργησαν ως σύνολο. Τα δε ξύλινα σκαμπό δεν φάνηκε να αξιοποιούνται οργανικά στις ερμηνείες των ηθοποιών, αλλά μάλλον τους εμπόδιζαν.

Εντυπωσιακό το σκηνικό του Πάρι Μέξη και η σκηνή της κατάρρευσης του τεράστιου προσωπείου του βασιλιά. 

«Χοηφόροι»

Στον πυρήνα της τριλογίας, εκεί όπου εντοπίζει κανείς τη μεγαλύτερη δράση, υπήρχαν κατά τη γνώμη μου, και τα μεγαλύτερα προβλήματα.

Η Λιλλύ Μελεμέ είχε μια εμπνευσμένη οπτική για τον χορό, οκτώ ταλαντούχες ηθοποιοί, με καλοδουλεμένη κίνηση (Μόνικα Ελεάνα Κολοκοτρώνη) πήραν τη σκυτάλη από το χορό των γερόντων. Χαρίζοντας στην τριλογία μια από τις καλύτερες στιγμές της.

Διαβάστε ολόκληρη την κριτική της παράστασης από τη Γιώτα Δημητριάδη στο Τέχνες-Plus


Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*