
Αν κλείσεις τα μάτια και ακούσεις πως προσφωνεί ένα παιδί την μητέρα του ή πως αναφέρεται σε αυτήν θα καταλάβεις πάνω- κάτω και την ηλικία του παιδιού, αλλά και τι πιστεύει γι’αυτήν πραγματικά.
Τα μωρά φωνάζουν όλη την ημέρα «μα» «μααααα» «μαμΑΑΑΑΑ», σε όλους τους τόνους και σε όλες τις αποχρώσεις . Στην πραγματικότητα θέλουν τα πάντα από αυτό το ταλαίπωρο άτομο που απαντά σε αυτό τους το κάλεσμα, και φαγητό και νερό και παρηγοριά και παρέα και αγκαλιά και να τα κοιμήσουν όταν νυστάζουν και να παίξουν ακόμα και στις τρεις τη νύχτα.
Στο βάθος του μικρού μυαλού τους , ενστικτωδώς, πιστεύουν ότι αυτό το πλάσμα που τα προσφέρει όλα αυτά είναι ένα τρελό παιχνίδι με μπαταρίες που δεν τελειώνουν ποτέ και η φωνή τους είναι το start.
Μην με ρωτάτε πως το ξέρω , αν υπάρχει το μητρικό ένστικτο, τότε υπάρχει και το παιδικό.
Τα μεγαλύτερα παιδιά, αυτά που πια μιλάνε καλά και πηγαίνουν στις πρώτες τάξεις του σχολείου, φωνάζουν «μαμά», «μαμάκα» «μάμη» «μανούλα» «μανουλίτσα» και άλλα χαριτωμένα , ζαχαρογλυώδη, χωρίς να έχει βελτιωθεί στο ελάχιστο η απαίτηση για άμεση ανταπόκριση. Το μόνο που αλλάζει είναι ότι έχουν ήδη μάθει πως με το καλόπιασμα ε, κάτι παραπάνω πετυχαίνεις! Οπότε, σε καλές στιγμές και όταν θέλουν κάτι πολύ, προσθέτουν ένα «σε παρακαλώ» μαζί με μία αγκαλιά ή ένα φιλί.
Στην περίπτωση βέβαια που δεν γίνει το δικό τους , το πρώτο που θα πουν είναι «είσαι κακιά» και το πρώτο που θα σκεφτούν είναι «είναι τρελή».
Και περνάμε στην εφηβεία, εδώ το «μαμά» είναι κοφτό ακόμα και αν είναι για να ζητήσουν για χάρη τον ουρανό με τ’ άστρα!!! Μπορεί να γίνει και «μάνα», συνήθως η φράση «άσε με ρε μάνα» συνοδεύει τις περισσότερες απαντήσεις , όλες αρνητικές προφανώς.
Κατά βάθος πιστεύουν ότι έχουν να κάνουν με μια τρελή, υστερική, υπερβολική κυρία , που τους μεγαλώνει μετά από ένα λάθος στο μαιευτήριο γιατί φυσικά και αποκλείεται αυτή να είναι η πραγματική τους μητέρα, και δεν φοβούνται να την «λούσουν» με όλα τα παραπάνω επίθετα.
Τελειώνοντας αυτή η περίοδος της εφηβείας , πλέον τα παιδιά είναι ενήλικες και άρα εκτός από το «μαμά» και το «μάνα» , προσφωνούν με το βαφτιστικό όνομα τη γυναίκα που τους γέννησε , σε μία ένδειξη ισότητας .Προς τους τρίτους βέβαια υπάρχει και το «μητέρα» ειδικά αν ο συνομιλητής είναι ο καθηγητής στη σχολή, ένας γιατρός, ένας δ/ντης στη δουλειά, κάποιος τέλος πάντων που θέλει ο νέος ενήλικας να κάνει καλή εντύπωση, γιατί αυτές είναι και οι στιγμές που αναγνωρίζει ότι αυτή η «μητέρα», η «κυρά-πώς τη λένε» δεν τα έχει κάνει όλα λάθος. Δεν το πιστεύει κιόλας όμως, γι΄αυτό και όταν βρίσκεται με κολλητούς ή με το ταίρι του κολλάει διπλά στο μάνα , μητέρα ή Ελένη ή Μαρία κλπ. και το «αυτή η τρελή η ….» .
Και φτάνει και η εποχή που αυτή η έρμη μάνα μεγαλώνει και τότε , σαν θεία δίκη, τα παιδιά έχουν να αντιμετωπίσουν τα δικά τους παιδιά ή ανήψια ή παιδιά φίλων ή βαφτιστήρια . Εκείνη την εποχή έχουμε και την αποδοχή ότι τελικά δεν έγινε λάθος στο μαιευτήριο, αυτή είναι η πραγματική μάνα τελικά ,λίγο τρελή αλλά τι να κάνεις έτσι είναι η ζωή. Και την προσφωνούμε και «μαμά» και «μάνα» και «μητέρα» και αν πονάμε ή πονάει και «μανούλα» . Και τρέμουμε μην πάθει κάτι και ας στο βάθος του μυαλού μας εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι … είναι τρελή.
Girl on the Spot
Leave a Reply