Ο Νίκος Ξένιος με το βιβλίο του «Τα Σπλάχνα» (Εκδόσεις Κριτική) ανέβασε πολύ τον πήχη μετά το βιβλίο μέσα από το οποίο τον γνώρισα (Το κυνήγι του Βασιλιά Ματθία).
Ο Ξένιος μας συστήνει έναν πολύ ιδιαίτερο, αλλά και τόσο αναγνωρίσιμο ήρωα, τον καθηγητή Δομέστικο. Είναι αναγνωρίσιμος γιατί είναι από αυτούς που «ξέρουμε» να διαστρεβλώνουν την ιστορία ώστε να τη φέρουν στα δικά τους, μικρά συνήθως, μέτρα και γιατί δεν έχει το θάρρος να ζήσει τη ζωή του καλυπτόμενος πίσω από τις ταυτότητες που παίρνει.
Το μυθιστόρημα «Τα Σπλάχνα» είναι βαθιά πολιτικό και συνάμα διαπνέεται από έναν ανθρωπισμό. Ο κυνισμός του ήρωα εξισορροπείται από τους δορυφόρους χαρακτήρες που έχει πλάσει ο Νίκος Ξένιος στήνοντας ένα πολύ ξεχωριστό ανάγνωσμα. Η εξέλιξη της υπόθεσης αναμετριέται με το ύφος του συγγραφέα με μόνο κερδισμένο τον αναγνώστη.
Διαβάστε την εμπεριστατωμένη κριτική στο βιβλίο που έγραψε η Χριστίνα Μουκούλη
Ο Νίκος Ξένιος μου έκανε την τιμή να απαντήσει σε κάποιες ερωτήσεις που γεννήθηκαν αφού πέρασαν κάμποσες μέρες μετά το τέλος της ανάγνωσης και η ατμόσφαιρα του βιβλίου δεν μπορούσε – ούτε και ήθελα – να φύγει από το μυαλό μου.
– Νομίζω ότι μεταξύ άλλων το βιβλίο σου «Τα Σπλάχνα» θέτει με εξαιρετικό τρόπο το θέμα της «ταυτότητας» και πώς επηρεάζει τον άνθρωπο και τους τριγύρω του. Τι πιστεύεις, αξίζει να πεθάνει κάποιος για την «ταυτότητα του»;
Ευχαριστώ για το κολακευτικό σχόλιο. Αν μη τι άλλο, τα «Σπλάχνα» επιχειρούν να θίξουν προσεκτικά τη διαδικασία διαμόρφωσης της ιδεολογίας. Αν η ιδεολογία είναι το σημαντικότερο μέρος της ταυτότητάς μας, τότε το να θυσιάζεσαι στον βωμό της ιδεολογίας σου είναι ο μοναδικός τρόπος αυτοκαταξίωσης που μπορώ να διακρίνω. Θεωρώ πως δεν είναι δύσκολο να είναι κανείς ιδεολογικά συνεπής, αρκεί να παραμείνει πραγματιστής.
–Πόσο επηρεάζουν οι άλλοι τελικά τον χαρακτήρα του καθενός; (σε μια εποχή που οι σέλφι κυριαρχούν…)
Οι σέλφι είναι απλώς ένας σαχλός τρόπος απαθανάτισης των «ελαφρών» στιγμών της καθημερινότητας, δεν νομίζω πως συνοψίζουν τη ματιά του άλλου. Όμως, η ανάγκη έκθεσης των προσωπικών στιγμών μας σε δημόσια θέα και η επιτακτική ανάγκη επιβεβαίωσης εκ μέρους των απρόσωπων «άλλων» συνιστούν, κατά την άποψή μου, παθογενή συμπτώματα μιας ζωής άκρως κομφορμιστικής και συμβιβασμένης, στο πλαίσιο της οποίας οι άλλοι όχι μόνον επηρεάζουν τον χαρακτήρα μας, αλλά και διαμορφώνουν απόλυτα τις επιλογές μας. Γίνονται, δηλαδή, «η κόλασή μας», όπως θα’λεγε ο Sartre.
–Τα βιώματα μας καθορίζουν ή τελικά το άτομο ως κοινωνικό όν μπορεί ή οφείλει να χαράξει την δική του ανεξάρτητη διαδρομή;
Αν με τον όρο «βιώματα» εννοούμε κάθε εξωγενή παράγοντα επικαθορισμού, εννοείται πως αυτά είναι καθοριστικά ως προς τις τελικές επιλογές που θα κάνουμε σε κάθε περίοδο της ζωής μας. Το έως ποιο σημείο, όμως, το άτομο θα κατορθώσει να ακολουθήσει τη δική του, ανεξάρτητη διαδρομή στη ζωή σχετίζεται πολύ περισσότερο με την αυτοεκτίμησή του και το αυτόφωτο του χαρακτήρα του παρά με τα βιώματά του.
– Ο ήρωάς σου αγαπάει τη φράση του Χάιντεγκερ: «το παρελθόν φεύγει, αυτό που έχει ουσία έρχεται». Εσύ τι πιστεύεις για το παρελθόν, είναι τροχοπέδη ή κινεί τα βήματά σου στο μέλλον;
Ο ήρωάς μου προσκολλάται, γενικώς, σε φράσεις και σε τσιτάτα που κατά την εκτίμησή του συγκεντρώνουν τη βιοσοφία της δυτικής Ευρώπης. Με τον όρο «ουσία» αντιλαμβάνεται ζητήματα που ούτε αφορούν τις μάζες, ούτε πρόκειται ποτέ να έλθουν στο επίκεντρο των πολιτικών τους προβληματισμών. Είναι ένας άνθρωπος αυτοπεριοριζόμενος στην ιδεοληψία του, που αδυνατεί να παρακολουθήσει τον σφυγμό της εποχής του, αλλά παραμένει άκριτα ένας αμετανόητος νοσταλγός του παρελθόντος. Αν μπορούσα να μπω στη ζωή του και να αναχαιτίσω την καταστροφή του, θα του φώναζα να πάψει με αυτήν την παρελθοντολαγνία. Και να συνειδητοποιήσει πως τα διδάγματα του παρελθόντος μπορούν να γίνουν κινητήρια δύναμη για το μέλλον μόνο υπό την προϋπόθεση να υπερβεί κανείς οριστικά αυτό το παρελθόν.
–Ποιο κομμάτι από το δικό σου παρελθόν σε έχει καθορίσει σε μεγάλο βαθμό ως αυτό που είσαι σήμερα;
Ο πρόωρος θάνατος της μητέρας μου, όταν ήμουν είκοσι χρονών.
– Πέραν των όσων κριτικοί και αναγνώστες έχουν εισπράξει από «Τα Σπλάχνα», εσύ, ποια ιστορία ήθελες να μας πεις;
Την ιστορία κάποιου που δεν ωριμάζει ποτέ συναισθηματικά και δεν κατορθώνει να δώσει και να πάρει αγάπη. Την ιστορία ενός στερημένου συναισθηματικά ανθρώπου που εμμένει σε μια δική του ανάγνωση της πραγματικότητας και έτσι, ενώ δεν είναι ιδεολογικά ταγμένος κάπου, γίνεται ηθικός αυτουργός μιας ιδεολογικής τερατογένεσης παραχαράσσοντας το αφήγημα της Ιστορίας και σφετεριζόμενος τη διδασκαλική καθέδρα.
-Τα μυστικά, οι μυστικές «ταυτότητες» έχουν γοητεία ή κρύβουν κάτι που δεν μπορεί να αντέξει το άτομο που τα κουβαλά;
Οι ανομολόγητες «ταυτότητες» έχουν γοητεία και ταυτόχρονα συνιστούν αφόρητο άχθος για τον άνθρωπο. Ακριβώς γιατί είναι ανομολόγητες είναι δελεαστικές και επειδή περιλαμβάνουν την απόκρυψη ενισχύουν τη libido. Το απαγορευμένο γίνεται πηγή απόλαυσης, πράγμα που συνιστά θεμελιώδη διαστροφή. Οι σεξουαλικές ταυτότητες οι ασύμπτωτες με την πραγματικότητα διχάζουν το υποκείμενο και μπαίνουν στο οπλοστάσιο του φασισμού, όπως πολύ σωστά επεσήμανε ο Παζολίνι στο «Σαλό».
–Είσαι καθηγητής σε Λύκειο, τι βλέπεις όταν κοιτάς τους μαθητές σου;
Στους μαθητές μου βλέπω πάντα μια ελπίδα για το μέλλον.
–Ποια είναι φιλοδοξία ενός καθηγητή;
Μεταξύ πολλών άλλων (να μάθουν οι νέοι να μιλούν και να γράφουν, να μάθουν να βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις, να απορρίπτουν τις εύκολες λύσεις και τον προσχεδιασμό της ζωής τους), κυρίως ελπίζω να βάλω μια ψηφίδα στην αφύπνισή τους ως αυριανών πολιτών. Τους λέω, για παράδειγμα: «Από πού συνάγεται το συμπέρασμα ότι υπήρχε μαχαίρι σ’ αυτήν την πολιτική δολοφονία;» Και περιμένω να μου απαντήσουν: «Από τα μαχαιρώματα, κύριε!». Κάθε άλλη απάντηση θα συνιστούσε στρέβλωση της ιστορικής πηγής. Η φιλοδοξία μου είναι να γίνουν ιδεολογικά συνεπείς άνθρωποι. Γιατί, επαναλαμβάνω, δεν είναι δύσκολο να είναι κανείς ιδεολογικά συνεπής, αρκεί να παραμένει πραγματιστής. Αν υπήρχε ήθος κατά την απονομή της δικαιοσύνης στη δίκη της Χρυσής Αυγής, τότε το δικαστήριο θα ήταν συνεπές προς το κοινωνικό του έργο. Αυτό οι μαθητές μου θέλω να μάθουν να το διακρίνουν.
–Δίκη Χρυσής Αυγής και αστυνομική βία. Δύο κομμάτια από το παζλ της επικαιρότητας των ημερών. Τι «βλέπεις» μέσα από την διπλή «ταυτότητά» σου, του καθηγητή και του συγγραφέα;
Τι να πει κανείς γι’ αυτήν την παρωδία δίκης; Είμαι έξαλλος! Όλοι βλέπουμε ξεκάθαρα να επανενεργοποιείται η ασυλία που έχαιρε ανέκαθεν η Χρυσή Αυγή από τη Δικαιοσύνη. Αν φωνάξεις σε ένα τέτοιο θεσμικό δικαστήριο «Απελάστε τον ρατσισμό», αντί να επαινεθείς ως δημοκράτης, το πιθανότερο είναι να ερωτηθείς από ποιον πληρώνεσαι για να το κάνεις. Η εισαγγελέας ούτε καν έλαβε υπ’ όψιν της τις μαρτυρίες των αυτοπτών, ούτε υπολόγισε την οργή του κοινωνικού σώματος. Αντιθέτως, προασπίστηκε έναν πολιτικό χώρο που είναι απολογητής και υπηρέτης του συστήματος, ούτως ώστε να διαφυλάξει πάση θυσία το σύστημα αυτό. Με τη σειρά τους οι φασίστες θα ανταποδώσουν την επαύριον, συνεχίζοντας να διαδραματίζουν τον ρόλο των καλύτερων απολογητών του καπιταλισμού και της παντελούς έλλειψης ηθικής που τον διαπνέει.
Όσο για την αστυνομική βία, υπεύθυνη δεν είναι μόνον η βαθύτερη δομή της αστυνομίας και η κατασταλτική αντίληψή της, αλλά και η σιωπηρή συνενοχή του «φιλήσυχου» συμπολίτη μας, που ενδιαφέρεται μόνο για την επανάπαυσή του και για την καταστολή κάθε «ακρότητας» που πιθανόν θα τη διατάρασσε. Αυτά βλέπω εγώ, υπό τη σκοπιά οιασδήποτε ιδιότητας και αν τα αντικρύσω.
-Τι σε τρομάζει ή τι σε απωθεί όταν χαζεύεις στο Facebook;
Με τρομάζει η ψευδεπίγραφη «κοινωνικότητα» του facebook, που τείνει να υποκαταστήσει την αληθινή επικοινωνία.
Ποια συμβουλή, που την έχεις ακολουθήσεις, σου έχει δώσει θελημένα ή άθελά του κάποιος μαθητής ή μαθήτριά σου;
Να αφουγκράζομαι τις ανάγκες της τάξης και να μπορώ να διακρίνω πότε τα παιδιά αποκομίζουν κάτι που αφορά τη ζωή, τα προβλήματα και τα ενδιαφέροντά τους. Αντίστοιχα, να παίρνω χαμπάρι πότε είμαι εκτός εποχής, ώστε να μην πλήττουν θανάσιμα με το μάθημά μου.
Γιάννης Καφάτος
Διαβάστε ακόμη: Νίκος Ξένιος: Ο χορτάτος τον πεινασμένο δεν τον καταλαβαίνει – Συνέντευξη με αφορμή «Το Κυνήγι του Βασιλιά Ματθία»