
Είναι 1931 και υπουργός εξωτερικών υποθέσεων της ΕΣΣΔ αναλαμβάνει ο Μαξίμ Λιτβίνοφ. Η μεταστροφή στις εξωτερικές υποθέσεις έχει συντελεστεί. Ο διπλωματικός «απομονωτισμός» σαν τάση περιθωριοποιείται. Το 7o συνέδριο της κομμουνιστικής διεθνούς το 1935 την επισημοποιεί. Από δω και εις στο εξής χάριν κυρίως της εσωτερικής ασφάλειας, οι ανίερες συμμαχίες με δυτικούς ιμπεριαλιστές καθίστανται «ιερές», προσωρινά. Η ανάγκη και το αίσθημα επιβίωσης οδηγεί τη Σοβιετική ηγεσία σε μία μεγάλη ιδεολογική έκπτωση που της εξασφάλισε πολύτιμο χρόνο.
Τον Απρίλιο του 1939 η Σοβιετική Ένωση εισέρχεται σε συνομιλίες για σύναψη συμφωνίας με τη Γαλλία και τη Βρετανία. Η προσπάθεια του να μετατοπισθεί το βάρος της επικείμενης Γερμανικής επίθεσης στη δύση τον κάνει και εδώ να φερθεί με βάση τις ισχύουσες συνθήκες. Πάντα πιστός στο δόγμα της πάνω απ’ όλα ασφάλειας της «σοσιαλιστικής» πατρίδας του, ως μοναδικού γνήσιου μοχλού έκφρασης και ανάπτυξης του κομμουνισμού.
Το καλοκαίρι του 1939 ο Ιωσήφ Στάλιν επιλέγει τη συμφωνία περί μη επίθεσης με το Χίτλερ (σύμφωνο Μολότοφ-Ρίμπεντροπ) σε μία προσπάθεια να κερδίσει χρόνο και εδαφικά αμυντικά ανταλλάγματα (Βαλτική), μη έχοντας όμως αυταπάτες. Η διακηρυγμένη Γερμανική επίθεση προς ανατολάς γνωρίζει ότι αργά ή γρήγορα θα γίνει, η «συμφωνημένη» εισβολή στην Πολωνία το επιβεβαιώνει. Ο Στάλιν για άλλη μία φορά αφήνει στην άκρη την ιδεολογική συνέπεια, σκεπτόμενος με άκαμπτο ορθολογισμό και ζυγίζοντας πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα.
Μία αυστηρά ιδεολογική εξωτερική στρατηγική θα ήταν μάλλον καταστροφική στην παρούσα φάση που η χώρα πιέζεται ασφυκτικά από δυο πλευρές. Δυτικά από τους παραδοσιακούς ιμπεριαλιστές αντιπάλους και ανατολικά από την επίθεση στην περιοχή του ποταμού Κάλκα της Μογγολίας, της «λυσσασμένης» Ιαπωνίας. Η Σοβιετική ένωση βρίσκεται υπό καθεστώς ιμπεριαλιστικής περικύκλωσης στην κυριολεξία. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι είναι η τελευταία χώρα που φτάνει σε συμφωνία με το Χίτλερ για μη επίθεση. Ήταν ίσως και η μοναδική που είχε σοβαρά και πραγματικά ιδεολογικά κολλήματα σε σχέση με αυτή. Η κρισιμότητα της κατάστασης, το τρομακτικό μέγεθος του αντιπάλου και ο φόβος κυρίως ενός διμέτωπου πολέμου όμως δεν επιτρέπουν ιδεολογικούς συναισθηματισμούς.
Η συμφωνία του Χίτλερ με την Αγγλία και τη Γαλλία που είχε προηγηθεί στο Μόναχο, ενίσχυσε τις υποψίες του ότι αυτή η «σύμπραξη» ήταν η σιωπηρή συναίνεση των δυτικών για επίθεση της Γερμανίας προς τον ιδεολογικό εχθρό της δύσης πρώτα. Βλέπετε οι δυτικοί δεν έπαψαν ούτε μία στιγμή πριν και κατά τη διάρκεια του Β’ παγκοσμίου πολέμου να καλοβλέπουν την αποσταθεροποίηση της Σοβιετικής ένωσης, διαπραγματευόμενοι πίσω από την πλάτη της με τη Γερμανία. Ένας αρχικός πόλεμος μεταξύ της ΕΣΣΔ και των ναζί θα ήταν ότι πρέπει γι αυτούς, αφού στη συνέχεια θα «αποτέλειωναν» τον εξαντλημένο νικητή που θα είχε κάνει τη δουλειά τους. Η ανάγκη για αλματώδη ανάπτυξη της αμυντικής βιομηχανίας είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Ο Στάλιν γνωρίζει καλά ότι τον πόλεμο δεν τον κερδίζουν μόνον οι άνθρωποι αλλά και τα όπλα. Στις αρχές του πολέμου η χώρα δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ακόμα ως άρτια εξοπλισμένη αμυντικά απέναντι στο τέρας. Το χαλύβδινο σθένος του σοβιετικού λαού όμως θα ισοσκελίσει κάπως το μειονέκτημα σε όσα θα ακολουθούσαν.
Η πολιτική του που σήμανε την «είσοδο» της χώρας στο παγκόσμιο γεωπολιτικό παιχνίδι θα αλλάξει ριζικά τις τύχες του πρώτου εργατικού κράτους στον κόσμο. Η Σοβιετική ένωση προ του Β’ παγκοσμίου πολέμου θα είναι μία άλλη χώρα σε σχέση με αυτή των επόμενων δεκαετιών μετά το τέλος του. Οι διπλωματικοί ελιγμοί σε πρώτη φάση η προοδευτικά αυξανόμενη στρατιωτική και τεχνολογική της ισχύ και φυσικά η καθοριστικότατη συμβολή της στην ήττα της Γερμανίας, θα την μετατρέψουν σε πόλο με πρωτεύοντα ρόλο παγκοσμίως, εκμεταλλευόμενη το κενό που άφηναν πίσω τους Γερμανία και Ιαπωνία, αλλά και την υποχώρηση Βρετανίας και Γαλλίας.
Η τεχνολογική και στρατιωτική ανάπτυξη που ήδη πριν από τον πόλεμο έκανε δειλά την εμφάνισή της, θα κάνει τις ΗΠΑ αρκετά νευρικές και επιθετικές, φοβούμενες τις «επεκτατικές» τάσεις του Στάλιν αλλά και την στερεωμένη πια και ισχυρή θέση της ΕΣΣΔ στην Ευρασία. Η όποια πιθανή μεταπολεμική συνεργασία αποκόπτεται στην πράξη καθώς πλέον δεν υφίσταται ανάγκη για «σύμπλευση» μπροστά σε κοινό εχθρό. Πλέον η κούρσα είναι για δυο. Σε αυτό τον ανταγωνισμό η ιδεολογική επικράτηση θα έρθει σε δεύτερη μοίρα και ο εξοπλιστικός ανταγωνισμός σε πρώτη, με την ισορροπία δυνάμεων να επικρατεί συνήθως στο πεδίο του ψυχρού πολέμου.
Οι «επεκτατικές» τάσεις του Στάλιν κυρίως με τη δημιουργία κρατών-δορυφόρων, κατά τη γνώμη μου είχαν σκοπό την εδραίωση της ασφάλειας της ΕΣΣΔ (πάγια επιδίωξή του) και όχι απαραίτητα την ολοκληρωτική επικράτηση του σε αυτό το μεγάλο παιχνίδι, όπως η δυτική αντίληψη ισχυριζόταν. Η εξισορρόπηση δυνάμεων και πιθανοτήτων ήταν στόχος πρωταρχικός όπως και η συγκράτηση της Αμερικανικής εμμονικής-προληπτικής επιθετικότητας (βλέπε προσπάθεια άρσης πυρηνικού μονοπωλίου με έναρξη του Σοβιετικού προγράμματος). Καλό είναι να μην συγκρίνουμε την εσωτερική πολιτική επικράτησης του με την εξωτερική του πολιτική. Έχουν εντελώς αντίθετες επιδιώξεις.
Η ρεαλιστική αποτύπωση των διεθνών συγκυριών από το Στάλιν εξασφάλισαν την επιβίωση της Σοβιετικής ένωσης για αρχή και την εκτόξευσή της μεταπολεμικά σε ένα ρόλο που επιδίωκε να κατακτήσει από καιρό όχι με σκοπό να επιβάλει την ιδεολογική της ηγεμονία σε όλο τον κόσμο. Αυτό ήταν κάτι που για τη διεθνιστική ιδίως λογική διαχρονικά, θα ερχόταν μέσα από ειρηνικές και διαλεκτικές διαδικασίες με τις πιεσμένες λαϊκές εργατικές μάζες με σκοπό την αφύπνισή τους. Για το Στάλιν πάλι αυτή η λογική του ήταν αδιάφορη και αντισοβιετική. Ο ίδιος ήταν βαθιά πιστός στο σοσιαλισμό σε μία χώρα.
Προσωπικά δυσκολεύομαι να φανταστώ την επιβίωση της Σοβιετικής ένωσης μέσα σε αυτό το τόσο ανασφαλές περιβάλλον προπολεμικά, αλλά και δολοφονικό κατά τη διάρκεια του πολέμου, εάν τα ηνία της δεν ήταν στα χέρια του Ιωσήφ Στάλιν. Όπως δυσκολεύομαι να φανταστώ και την ανάδυση της στο επίπεδο της παγκόσμιας δύναμης, χωρίς την ατσάλινη, αλλά και ακραία βίαιη, εγωκεντρική και εξουσιολατρική ηγεσία του. Την αποφασιστικότητά του στα δύσκολα.
Η ωμότητα με την οποία κατόρθωσε να επιβληθεί εντός του κόμματος και της χώρας γενικά, κατά τις μεγάλες εκκαθαρίσεις του 1936-1938 που μόνο οι εξαιρετικά προσεκτικοί και «τυχεροί» αντίπαλοι και σύμμαχοι του γλίτωσαν (βλέπε πχ φυσική ρευστοποίηση: διαδικασία εκκαθάρισης χωρίς δίκη) έδωσαν ένα πλεονέκτημα στη χώρα παρά την έκδηλη βαναυσότητα. Εξασφάλισαν κομματική «σύμπνοια» και κρατική «γαλήνη» εις βάρος των βασικών ελευθεριών φυσικά, χωρίς τα οποία η χώρα θα ήταν πιθανότατα έρμαιο εσωκομματικών συγκρούσεων μετά το θάνατο του Λένιν και κατ’ επέκταση πλήρως αποσταθεροποιημένη σε μία πολύ άσχημη χρονική στιγμή για τέτοιες περιπέτειες.
Όσον αφορά τη συνείδηση του σοβιετικού λαού, είμαι βέβαιος ότι πέρα από το ότι είχε συνηθίσει να λατρεύει το Στάλιν, μέχρι τουλάχιστον το καθαρτήριο για τον Χρουστσόφ 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ το 1956, είτε από φόβο είτε από αγάπη είτε για την ασφάλεια την οποία ενέπνεε ως προς τη σταθερότητα και την εξωτερική απειλή, δεν είχε ούτε αυτός αυταπάτες. Ήξερε ότι ζει σε ένα ακραίο καθεστώς που κυριαρχούσαν οι μυστικές υπηρεσίες (βλέπε την πανίσχυρη NKVD) και ο τρόμος ως προς την ελεύθερη έκφραση. Η συνέπεια του απέναντι στον κομμουνισμό είχε συγκεκριμένη κατεύθυνση και στόχευση και αυτή δεν ήταν ιδεολογική…
Σε αυτό που ήταν εγγύηση ο σκληροτράχηλος Γεωργιανός ήταν στο να κρατά ζωντανή την ένωση υπό συνθήκες ασφυκτικές. Σε αυτό που δεν ήταν καλός ήταν στο να την καθοδηγεί με συνέπεια στις ράγες του Μαρξισμού-Λενινισμού. Αν κρίνουμε με αυστηρούς όρους ορθολογισμού το πρώτο τότε ναι… η παντοδυναμία του σε αυτά τα δύσκολα χρόνια ήταν ευλογία για τη χώρα. Όσον αφορά το δεύτερο ήταν μάλλον κατάρα.
Η ευέλικτη ιδεολογική του προσήλωση προπολεμικά στα εξωτερικά ζητήματα, ήταν αυτή που έδωσε οξυγόνο σε μία χώρα που δυσκολευόταν να αναπνεύσει. Στον πόλεμο για γεωπολιτική ισορροπία και ασφάλεια συνήθως το τελευταίο που σου χρησιμεύει είναι η ιδεολογία. Οι θεωρητικές αποτυπώσεις και οι ιδεολογικές κατευθύνσεις χρησιμεύουν πιο πολύ στα συνέδρια παρά στη συναναστροφή με εξωτερικούς αντιπάλους.
Η Σοβιετική ιστορία είναι μία ιστορία κατά τη γνώμη μου απόδειξης των αποκλίσεων ανάμεσα στο θεωρητικό υπόβαθρο και το πρακτικό επίπεδο, ενός κράτους που έρχεται αντιμέτωπο με τη ρευστότητα και την ανασφάλεια του εξωτερικού περιβάλλοντος του, αλλά και την πολυπλοκότητα και δυσχέρεια των εσωτερικών οικονομικών δομών ανάπτυξής του.
Η ιστορία του κράτους των άμεσα δημοκρατικών σοβιέτ, εξελίχθηκε σε ιστορία μιας πανίσχυρης κομματικά ελεγχόμενης κρατικής γραφειοκρατίας που απείχε σημαντικά από το Μαρξ και από τους πρώτους «ρομαντικούς» χρόνους ζωής μετά τον Οκτώβρη. Η ίδια η προσαρμογή στο εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον όπως επίσης και ο πάντα καθοριστικός ανθρώπινος παράγοντας, οδήγησαν στις στρεβλώσεις τη Σοβιετική ηγεσία, ήδη από την ύστερη εποχή του Λένιν, στρεβλώσεις που είχε συνειδητοποιήσει και ο ίδιος. Αυτές οι μεταστροφές βέβαια σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να θεωρηθούν νομοτελειακές όπως συχνά παρουσιάζονται…
Υ.Γ: Όλα τα παραπάνω δεν έχουν σκοπό να καθαγιάσουν τις ακραία τυραννικές εκφάνσεις της προσωπικότητας του Στάλιν. Δεν έχουν τη θέληση όμως και να ισοπεδώσουν τις αδιαμφισβήτητες ηγετικές και οργανωτικές αρετές του, τη γεωπολιτική διορατικότητα του και φυσικά τον αντίκτυπο που αυτά είχαν στη χώρα την οποία κυβέρνησε με ατσάλινο χέρι μέχρι το θάνατό του.
Leave a Reply