
Στο δρόμο προς τη διαμόρφωση και ολοκλήρωση της τρίτης Ελληνικής δημοκρατίας, η πρώιμη μεταπολίτευση διαδραμάτισε το ρόλο της μήτρας ενός κοινωνικού αιτήματος, που θα καθόριζε τη μοίρα όλης της περιόδου που διανύσαμε και διανύουμε. Το αίτημα αυτό ήταν ο εκδημοκρατισμός του πολιτεύματος και της χώρας εν γένει. Η ισότητα στην πολιτική δραστηριοποίηση, η κινητικότητα κοινωνικών ομάδων που ασφυκτιούσαν εντός των καθορισμένων τειχών ταξικής προέλευσης, η πάνδημη ανάγκη για βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, η καθολική πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση κλπ. Σε αυτή την πορεία πραγμάτωσης του στόχου, σύσσωμες οι πολιτικές δυνάμεις, ακόμα και οι περισσότερο «αντισυστημικές» έπαιξαν τον δικό τους ξεχωριστό ρόλο σε αυτή την διαδικασία η οποία τελεσφόρησε ικανοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τα αιτήματα.
Μπορεί στις μέρες μας ο όρος μεταπολίτευση και τα παράγωγα του να έχουν δαιμονοποιηθεί από μερίδα του κόσμου και του πολιτικού προσωπικού, μπροστά στη διαφαινόμενη οριστική αλλαγή φρουράς του κυρίαρχου ηγεμονικού ιδεολογικού δόγματος που θα καθορίσει τις μελλοντικές πολιτικές εξελίξεις στη χώρα, αλλά οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τις άκρως ευεργετικές επιδράσεις της περιόδου αυτής.
Αυτό που εν συντομία αποκαλούμε μεταπολίτευση, ήταν μια περίοδος που έδωσε σημαντικές λύσεις σε κοινωνικά προβλήματα και όπως είναι λογικό δημιούργησε και τα δικά της. Ο στόχος όμως επετεύχθη. Ο εκδημοκρατισμός της χώρας προχώρησε και κάποια από τα πιο επιτακτικά κοινωνικά αιτήματα πήραν σάρκα και οστά, με τα κόμματα σε πρώτη γραμμή σε όλα τα επίπεδα οργάνωσης.
Πολιτικός φορέας έκφρασης αυτών των αιτημάτων υπήρξε το κόμμα το οποίο καθόρισε εν πολλοίς τα ιδεολογικά κελεύσματα και το πολιτικό δόγμα της μέσης κυρίως μεταπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ. Λέω κυρίως της μέσης, γιατί ακόμα και σύσσωμη η μεταπολίτευση δεν είναι ένα ενιαίο πολιτικό συνεχές, αλλά μια άκρως δυναμική περίοδος μέσα στην οποία το ίδιο το ΠΑΣΟΚ πέρασε από διαφορετικές φάσεις προσανατολισμού, μέσα από την αλληλεπίδραση του με το εσωτερικό και εξωτερικό πολιτικό περιβάλλον δράσης του.
Όπως έχω γράψει και σε προηγούμενο άρθρο, η τρίτη Ελληνική δημοκρατία οδεύει στο δρόμο της ολικής μετεξέλιξης της. Βρισκόμαστε μπροστά στη διαμόρφωση νέων αιτημάτων που εκπορεύονται από τις σύγχρονες ανάγκες της Ελληνικής κοινωνίας. Το κεκτημένο της τρίτης Ελληνικής δημοκρατίας μένει ζωντανό και ζωηρό, αλλά οφείλει να εξελιχθεί και να προσαρμοστεί στην εποχή μας. Μια εποχή όπου η απαξίωση του κράτους και των θεσμών του φουντώνει και αυτή η απαξίωση προέρχεται από την ίδια την Ελληνική κοινωνία, όπως και σε παλαιότερες κομβικές φάσεις της ιστορικής του ύπαρξης.
Η εκλογική διαδικασία πέρα από την ξεκάθαρη πατροπαράδοτη συντηρητική στροφή, ανέδειξε κατά τη γνώμη μου και την ανάγκη για μια αλλαγή, για μια εξέλιξη του μοντέλου κρατικής διακυβέρνησης. Σύμφωνα με το υπάρχον αποτέλεσμα, πολιτικός φορέας έκφρασης των νέων αιτημάτων φαίνεται να είναι η συντηρητική παράταξη με αρχηγό τον Κ. Μητσοτάκη και αιτήματα, την εκδυτικοποίηση και τον εκσυγχρονισμό της χώρας στα πρότυπα του ιδεολογικά ηγεμονικού πολιτικού δόγματος της δύσης. Φαίνεται πως οι νεοφιλελεύθερες διδαχές μετά από εννέα χρόνια προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, άρχισαν να δίνουν τους πρώτους καρπούς σε μία χώρα που πεισματικά αρνιόταν να τις αφομοιώσει σε καθολικό βαθμό, πρωτίστως στην οικονομία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πλήρωσε μόνο την εφαρμογή μνημονίου, την υπερφορολόγηση, την υπογραφή της τολμηρής και ωφέλιμης συμφωνίας των Πρεσπών, ούτε την συσπείρωση της νέας εθνικοφροσύνης που αναδύεται δυναμικά εντός και της συντηρητικής παράταξης. Ίσως οι θέσεις και οι πράξεις του να μην είναι πια συμβατές, με τα αιτήματα μέρους της κοινωνικής βάσης την οποία εκπροσωπούσε το 2015 και η οποία πιθανόν εξέλιξε τις προτεραιότητες της. Το ότι οι πλούσιες προεκλογικές παροχές δεν κατάφεραν να ισορροπήσουν κάπως τη διαφορά σε επίπεδα διαχειρίσιμα, είναι μια πρώτη ένδειξη μεταστροφής.
Όπως και να χει η άποψη του: «να τελειώνουμε με τη μεταπολίτευση» είναι εξαιρετικά βεβιασμένη και σχεδόν ανιστορική, καθώς λειτουργεί τυφλωτικά και ισοπεδωτικά για μία πολιτική περίοδο σημαντικών κατακτήσεων για την Ελληνική κοινωνία που οφείλουμε να διαφυλάξουμε ετούτη τη στιγμή. Μπορεί σήμερα αυτές οι κατακτήσεις να μας φαίνονται αυτονόητες, ξεπερασμένες και εύκολες, αλλά στην περίοδο υλοποίησης τους μόνο εύκολες δεν ήταν, το αντίθετο μάλιστα. Χρειάστηκε πολιτικό σθένος που με το ιστορικό χάσμα που μας χωρίζει με την εποχή, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε.
Αυτό που πρέπει να έχουμε στο νου μας είναι πως το κράτος είναι το τελευταίο μας καταφύγιο. Δεν είναι ωφέλιμο να το παραμερίσουμε. Αρκεί να μάθουμε να το διαχειριζόμαστε πιο βιώσιμα ώστε να μην απαξιώνεται με τέτοια ευκολία όταν δεν μπορεί να επιτελέσει σωστά το ρόλο του.
Χάρης Φιλιππάκης
Leave a Reply