04/12/2023

Στιγμές νεοελληνικής «λαοκρατίας»

νεοελληνικής «λαοκρατίας»

Ο Βασίλης Ραφαηλίδης εντός της ιδιαίτερης κωμικοτραγικής ιστορίας του νεοελληνικού κράτους αναφέρει «οι μεν τoν θεωρούν πράκτορα των Αμερικάνων, οι δε πράκτορα των Ρώσων, και κανείς δε λέει καθαρά πως το μόνο που φοβάται στον Ανδρέα Παπανδρέου είναι η ευφυΐα του, η ικανότητα του και η αγάπη για τον εαυτό του».

Αυτός ο παραστατικός και περιεκτικός συγγραφέας περιέγραψε εύστοχα και απλά σε τρεις γραμμές, ένα φαινόμενο που όμοιο του δεν έχει ξανασυναντήσει η νεότερη και σύγχρονη Ελληνική πολιτική ζωή. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν αυτό που λέμε ευκαιρία που παρουσιάζεται σπάνια για το λαό. Τη στιγμή που γράφω, στο μυαλό μου έρχονται άλλοι τρεις Έλληνες πολιτικοί που προσωπικά θα χαρακτήριζα ως χρυσή ευκαιρία για διαφορετικούς λόγους όμως ο καθένας. Ιωάννης Καποδίστριας, Ελευθέριος Βενιζέλος και Αλέξανδρος Παπαναστασίου.

Δεν θα έμπαινα ποτέ στη διαδικασία να συγκρίνω εκτεταμένα όλους τους παραπάνω όσον αφορά την πολιτική τους δράση κι αυτό γιατί οι πολιτικοί συγκρητισμοί με τέτοιο χάσμα χρόνου και πολιτικής συγκυρίας, εξάγουν αβάσιμα συμπεράσματα. Το μόνο ίσως συγκρίσιμο μέγεθος θα μπορούσε να είναι η προσωπικότητα του καθενός, το περιβάλλον δράσης τους αλλά και το εύρος της πολιτικής τους. Όλα αυτά βέβαια με επιφύλαξη.

Στα μάτια μου, Ελευθέριος Βενιζέλος και Ανδρέας Παπανδρέου δεν μοιάζουν σε πολλά, σαν προσωπικότητες. Ο Βενιζέλος ήταν κατά τη γνώμη μου άνθρωπος ψύχραιμος και αταλάντευτος, που ασκούσε πνευματική γοητεία χωρίς απαραίτητα να αποζητά τη συμπάθεια και την αποδοχή. Ο Παπανδρέου εξέπεμπε δυναμισμό και ακατάβλητο πάθος το οποίο πολλές φορές οδηγούσε την πολιτική σκέψη του και τις πράξεις του. Ήταν πολιτικός που αποζητούσε την λαϊκή αποδοχή με κάθε κόστος. Το κοινό τους; Υπήρξαν εξαιρετικά διαφορετικοί από το μέσο όρο. Υπήρξαν πολιτικοί άνδρες δύσκολα αντιμετωπίσιμοι για διαφορετικούς λόγους και πάλι, που είχαν την απαιτούμενη οξυδέρκεια, γνώση και πυγμή, ώστε να βρίσκονται στο τιμόνι. Την πολιτική (ιδίως την οικονομική) του Βενιζέλου θα τη χαρακτήριζα μακροπρόθεσμου ορίζοντα ενώ του Παπανδρέου μεσοπρόθεσμου αν όχι βραχυπρόθεσμου.

Και οι δυο πάντως γνώριζαν να ελίσσονται μέσα από τις συμπληγάδες των διεθνών διακρατικών σχέσεων και να εξασφαλίζουν όσα περισσότερα μπορούν για τη χώρα, χωρίς να ξεφεύγουν από τα ρεαλιστικά όρια δυνατοτήτων της (μόνη ένσταση η εξαιρετικά παράτολμη αρχική επέκταση του Μικρασιατικού μετώπου από πλευράς Βενιζέλου, σε άλλο άρθρο όμως αυτά). Το εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον στο οποίο έδρασε βέβαια ο Παπανδρέου ήταν σαφώς πιο βατό και ασφαλές σε σχέση με αυτό των υπολοίπων και ειδικά του Βενιζέλου. Ο οποίος υπήρξε ασυναγώνιστος πολιτικός νους με όλη τη σημασία της φράσης.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου φτάνει στην Ελλάδα το 1961 για να αναλάβει ένα πόστο που σύμφωνα με τη μετέπειτα πορεία του θα φάνταζε κάπως οξύμωρο. Έρχεται σαν τεχνοκράτης με σκοπό να αναλάβει θέση στη τράπεζα της Ελλάδος και στο ΚΕΠΕ, ως ένας καταξιωμένος οικονομολόγος, με θέση αναπληρωτή καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Harvard. Όσα σαρωτικά θα επακολουθούσαν από το 1974 και μετά δύσκολα θα μπορούσαν να προβλεφθούν παρά τα Τροτσκιστικά νεανικά του χρόνια. Ίσως η ταμπέλα του αμερικανοτραφούς τεχνοκράτη να καθόρισε πολλά στη μετέπειτα θεωρητική αντιαμερικανική και άκρως φιλοσοσιαλιστική πορεία του. Η μεταστροφή πάντως ταιριάζει με την εικόνα που έχουμε για το χαρακτήρα του.

Η επιρροή του πάνω στη ζωή και ροή της τρίτης Ελληνικής δημοκρατίας θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί χωρίς υπερβολή εξαρτησιογόνα και σχεδόν δογματική. Τα κοινωνικά και πολιτικά του κελεύσματα χάραξαν γραμμή όχι μόνο για το κόμμα του αλλά και για τους αντιπάλους του οι οποίοι στην προσπάθεια τους να νικήσουν το φαινόμενο, κατέληγαν να υιοθετούν προγραμματικά τις πολιτικές του. Ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν από τους ανθρώπους που έχουν την εσωτερική δύναμη και ικανότητα να διαμορφώνουν το κόσμο σύμφωνα με τη θέλησή τους.

Στοιχεία της δυναμικής του ήταν το κοινωνικό αισθητήριο του και η επακόλουθη προσαρμογή του στις λαϊκές απαιτήσεις και στα κοινωνικά αιτήματα της εκάστοτε στιγμής, όχι εποχής απλά. Η πολυγλωσσία του ειδικά όσον αφορά τον εξωτερικό προσανατολισμό της χώρας και η προσαρμοστικότητα του στο λαϊκό ρεύμα, τον καθιστούσαν σχεδόν ανίκητο ειδικά όταν οι αντίπαλοί του χαρακτηρίζονταν από σταθερότητα, ευλάβεια και αντιδημοφιλία στις θέσεις τους.

Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που μπόρεσαν να αντιταχθούν πολιτικά στη γραμμή που έδωσε. Τη γραμμή αυτή δεν θα τη χαρακτήριζα σοσιαλιστική. Είχε ισχυρές και βάσιμες τάσεις «λαοκρατίας», αλλά η εξέλιξη της δεν ήταν σοσιαλιστική, ήταν οχλοκρατική με κρατούσα αντίληψη το “δημοκρατία έχουμε ότι θέλουμε κάνουμε”. Έδωσε σε ένα λαό στερημένο, φωνή, οικονομική άνοδο και προοπτική, αλλά δεν φρόντισε να τον εφοδιάσει με την απαραίτητη σοφία ώστε να μπορέσει να τα διαχειριστεί όλα αυτά ως κεκτημένα που δεν πρέπει να καταχράζεται.

Η πολιτική ηγεμονία του Ανδρέα Παπανδρέου στηρίχθηκε πάνω σε ευέλικτες θέσεις που όντως αντιπροσώπευαν το λαό. Ήταν εκείνος που νομιμοποίησε τη χρήση του θυμικού στον πολιτικό και καθημερινό βίο των Ελλήνων. Νομιμοποίησε επίσης μία «αμεσοδημοκρατική» διαδικασία έκφρασης που βασιζόταν στις πελατειακές σχέσεις μέσω των συνδικαλιστικών δικτύων, αλλά και την άμεση σχέση πατρωνίας και αλληλεξάρτησης ανάμεσα στον πολιτικό και τον ψηφοφόρο, που προϋπήρχε στην Ελληνική πραγματικότητα από το 19ο αιώνα, και που ανέκαθεν λειτουργούσε σαν μοχλός αποσυμπίεσης των κοινωνικοοικονομικών ανισοτήτων με επιτυχία. Ποια η διαφορά με το τότε; Ότι αυτές οι διαδικασίες σήμερα δεν έχουν χαρακτήρα επιβίωσης όπως το 19ο αιώνα. Έχουν αποκτήσει νομιμοφροσύνη και χαρακτήρα εξυπνάδας στη κοινή συνείδηση.

Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας βρήκε στον Ανδρέα Παπανδρέου ένα πρότυπο που παρά την απόμακρη ιδιότητα του, τον εξέφραζε χωρίς να του δημιουργεί χάσμα ελιτισμού. Ήταν άμεσος, κατανοητός, προσιτός αλλά πάνω απ’ όλα ευπροσάρμοστος στις κοινωνικές τάσεις. Δεν ήταν ο ηγέτης που θα μετριάσει τα πάθη του κόσμου, αλλά αυτός που θα τα εξάψει. Ήξερε να εμπνέει αλλά δεν ήξερε να βάζει όρια στο πάθος που προκαλούσαν τα λόγια και οι πράξεις του.

Οι πρωθυπουργίες του έδωσαν στον καταπιεσμένο Ελληνικό λαό τη δυνατότητα να εκτονωθεί, να πάρει γεύση κοινωνικής και οικονομικής ισότητας στη πράξη, να δει την πολιτική ως πεδίο δράσης και του ίδιου και όχι αποκλειστικά μιας ελίτ ανακυκλώσιμων οικογενειακά πολιτικών. Κάνεις δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι ήταν εκείνος που πρόσφερε και πάλι στη πράξη την αδιανόητη μέχρι τότε για το λαό δυνατότητα να ανελιχθεί κοινωνικά και οικονομικά σε ένα επίπεδο που δεν μπορούσε να φανταστεί πριν από το 1981.

Αυτή η διαδικασία βέβαια στηρίχθηκε εν πολλοίς σε δημόσιες πολιτικές με σαφή ενωσιακή οικονομική προέλευση, που κατά τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια είχαν δαιμονοποιηθεί για εκλογικούς λόγους από τον ίδιο. Όταν όμως εμπεδώθηκε η σημασία τους για τη χώρα επέστρεψε και ο πραγματισμός, αλλά με όρους που εκείνος όρισε επαναδιαπραγματευόμενος με επιτυχία, γεγονός που ευνοούσαν και οι τότε ελαστικότερες συνθήκες που επικρατούσαν συνολικά στην Ευρώπη. Με σημερινά δεδομένα ίσως να μην είχε τα ίδια περιθώρια ευελιξίας που είχε τότε.

Η πρώτη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1981, ήταν πολύ κοντά στο να θεωρηθεί ο ορισμός της μεταρρυθμιστικής προόδου σε κοινωνικό επίπεδο και η αρχή μιας νέας εποχής για τη χώρα, που κατ΄ εμέ κλείνει το κύκλο της σε ετούτη τη φάση που βρισκόμαστε. Μιας εποχής που η αλλαγή έγινε πράξη τουλάχιστον για ένα διάστημα. Είτε ήσουν πολέμιος του είτε οπαδός του η αλλαγή που επέφερε δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Το τι την ακολούθησε σε επίπεδο νοοτροπίας, δίνει τους καρπούς του τα τελευταία 8 χρόνια.

Χάρης Φιλιππάκης


mm
About Χάρης Φιλιππάκης 110 Articles
Ο Χάρης Φιλιππάκης συχνά αυτοαποκαλείται ιστορικός. Έχει αποφοιτήσει από κάποιο τμήμα ιστορίας και αρχαιολογίας. Συνήθως μιλάει για ιστορία και πιο συγκεκριμένα για το Βυζάντιο και την αρχαία Ρώμη. Προσπαθεί βέβαια να μην κάνει διακρίσεις.

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*