29/03/2024

«Τι ήξερε η Μέιζι» του Χένρι Τζέιμς. Βιβλιοκριτική από τον Άγη Αθανασιάδη

Μέιζι

Διατρέχοντας τις σελίδες του μυθιστορήματος “ΤΙ ΗΞΕΡΕ Η ΜΕΪΖΙ” (“What Maisie knew”), του μεγάλου Αμερικανού (αλλά πολιτογραφημένου Άγγλου), συγγραφέα Henry James (1843-1916), ο αναγνώστης βρίσκεται μπροστά σε ένα τεράστιο δίλημμα. Μαγεύεται (ως συνήθως) από το αφηγηματικό ύφος του συγγραφέα και παρακολουθεί με τεράστιο ενδιαφέρον τις περιγραφές του, αλλά από την άλλη, πρέπει να προσπαθήσει πολύ, να συγκρατεί από κεφάλαιο σε κεφάλαιο, τα νεύρα του, με αυτά που εκτυλίσσονται στις σελίδες του βιβλίου που διαβάζει. Για να μη παρεξηγηθώ, το “ΤΙ ΗΞΕΡΕ Η ΜΕΪΖΙ” (εκδ. Gutenberg, σειρά Aldina, μετάφρ. Σ. Τριανταφύλλου, (έξοχο) επίμετρο Paul Theroux, σελ. 475), είναι ένα σπουδαίο μυθιστόρημα ενηλικίωσης, απίστευτα μοντέρνο (παρότι γράφτηκε στο τέλος του 19ου αιώνα), ένα οξύ και διαυγέστατο κοινωνικό σχόλιο για την Βρετανική κοινωνία και όχι μόνο, αλλά οι καταστάσεις που περιγράφονται είναι ικανές να σε εξοργίσουν.

Ο Τζέιμς, βάζει τον αναγνώστη από την αρχή του βιβλίου, στην καρδιά της προβληματικής που αναπτύσσεται καθ’ όλη τη διάρκεια του. Ένα μικρό κορίτσι, γίνεται μπαλάκι μεταξύ ενός ζεύγους που αποφασίζει να πάρει διαζύγιο. Η κηδεμονία του παιδιού δίνεται στον πατέρα – όπως γράφει με απόλυτη κομψότητα και ειρωνεία ο Τζέιμς: “Ο πατέρας, αν και είχε λερωμένη τη φωλιά του…πήρε το παιδί: όχι τόσο επειδή η ηθική της μητέρας είχε υποστεί μεγαλύτερη φθορά, αλλά επειδή στη στιλπνή επιδερμίδα μιας γυναίκας (και της εν λόγω κυρίας είχε γίνει ιδιαίτερα αντιληπτή στην αίθουσα του δικαστηρίου) φαίνονται ευκολότερα οι κηλίδες”. Όμως μια οικονομική υποχρέωση του πατέρα προς την σύζυγο για τα έξοδα διατροφής της μικρής πριν την δίκη, και η αδυναμία του να την πληρώσει, ανάγκασε τους δύο αντίδικους να οδηγηθούν προς έναν συμβιβασμό, και τον δικαστή να προβεί σε μια “Σολομώντεια λύση”, να μοιράσει το παιδί στα δύο (ευτυχώς όχι κυριολεκτικά) – υποχρεώνοντας τους γονείς να το έχουν ανά εξάμηνο.

“Ο χωρισμός τους είχε κάνει πάταγο, κι ενώ είχαν υπάρξει εντελώς ασήμαντοι μαζί, έμελλε να γίνουν πολύ εντυπωσιακοί χώρια.”

Το ζεύγος Φάραντζ, δεν θα διστάσει να αναθέσει την μικρή Μέιζι σε γκουβερνάντες και να μην ασχολείται άλλο με το παιδί, με μια αδιαφορία που μετατρέπεται σε σχετικό ενδιαφέρον μόνο, όταν αρχίζει ή τελειώνει το εξάμηνο – αν και πολλές φορές αυτό ξεχειλώνει λίγο, ανάλογα με τις διασκεδάσεις ή τα ταξίδια που κάνουν.
Η Μέιζι, στα έξι της η και λιγότερο όταν ξεκινάει η ιστορία, είναι ένα πανέξυπνο και πολύ παρατηρητικό παιδί, που θα υποχρεωθεί να παριστάνει το χαζό, και το μόνο που αποζητάει είναι αγάπη και στοργή από τους γονείς της και τους γύρω της. Οι μόνοι άνθρωποι που περισσότερο ή λιγότερο, της προσφέρουν αυτά που ζητάει είναι οι γκουβερνάντες της, με τις οποίες αναπτύσσει ιδιαίτερη σχέση, ανάλογα με το χρονικό διάστημα που περνάει μαζί τους. Στα σπίτια δε, των γονιών της, αποτελεί αντικείμενο περιέργειας και κάπου ιδιαίτερης τρυφερότητας από τους φίλους του πατέρα της, ενώ η μητέρα της, αλλάζει συντρόφους συνεχώς, χωρίς να κρύβεται από την Μέιζι, η οποία σύντομα αναπτύσσει μια στρεβλή άποψη περί του κόσμου, των σχέσεων, του έρωτα αλλά και του γάμου.

“Η Μέιζι βρισκόταν στην ηλικία όπου όλες οι ιστορίες είναι αληθινές κι όλες οι ιδέες είναι ιστορίες. Το καθημερινό ήταν το απόλυτο, μόνο το παρόν ήταν ζωντανό.”

Η Μέιζι μεγαλώνοντας, δείχνει να προσαρμόζεται εύκολα, στο ερωτικό γαϊτανάκι που εκτυλίσσεται μπροστά της, στην καθημερινότητά της – εξάλλου δεν έχει γνωρίσει και τίποτε άλλο ση ζωή της, παρά γκομενοδουλειές και υστερίες. Μια ζωή παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς, εραστές και ερωμένες, υποψήφιους συζύγους και ευκατάστατους κυρίους που διεκδικούν την μητέρα της, και υποψήφιες νύφες για τον πληθωρικό πατέρα της, γκουβερνάντες που παίρνουν περισσότερες ελευθερίες. Μαθήματα δεν παρακολουθεί, η εκπαίδευσή της πάει όλο και πιο πίσω, και η αδιαφορία των γονέων κορυφώνεται σε σημείο να την παρατήσουν τελείως στα χέρια ενός ζεύγους που δημιουργείται από μια ερωτική τραμπάλα που προκύπτει, του σερ Κλοντ πρώην δεύτερου συζύγου της κας Φάραντζ και της πρώην γκουβερνάντας της, της δεσποινίδος Όβερμορ που κάποια στιγμή παντρεύτηκε τον κο Φάραντζ! Η Μέιζι είναι πλέον στην εφηβεία της, και ζώντας ουσιαστικά μέσα σε ένα μυθιστόρημα με πολλές παραμέτρους, σε συνεχή παραζάλη τόσα χρόνια, έχοντας μπερδέψει πρόσωπα και καταστάσεις, παρασύρεται από την πραγματικότητα που έχει εισβάλλει στη ζωή της.

“Τα πιο ανθρώπινα είναι εκείνα που αντανακλούν, μέσ’ από τη σύγχυση της ζωής, τη στενή σχέση της χαράς με τη θλίψη, των πραγμάτων που βοηθούν με τα πράγματα που πληγώνουν. Είναι ένα παράξενο κράμα με δύο όψεις: η μία όψη είναι το δίκιο και η άνεση, και η άλλη ο πόνος και το άδικό του.”

Η Μέιζι εξελίσσεται κατά την διάρκεια του βιβλίου, είναι μία από τις πιο στέρεες ηρωίδες του συνολικού λογοτεχνικού έργου του Τζέιμς. Αυτά τα επτά περίπου χρόνια που διατρέχει η ιστορία, μπορεί η Μέιζι να αργεί να συνειδητοποιήσει μερικά πράγματα – πως άλλωστε, αφού είναι ένα παιδάκι 6 χρονών όταν αρχίζει το μυθιστόρημα, αλλά καθώς προχωράει η εξέλιξη της πλοκής, ο συγγραφέας με υπομονή χτίζει την προσωπικότητά της, εξιστορεί τις συνεχείς απογοητεύσεις της από τους γονείς της, από τους ανθρώπους που στην αρχή λατρεύει και μετά αντιλαμβάνεται ότι γι’ αυτούς αποτελεί βάρος, περιγράφει τις αλλαγές στη συμπεριφορά της, την πίστη και (γιατί όχι) τον έρωτά της για τον “ιδανικό” στα μάτια της σερ Κλοντ, την πρόωρη ωρίμανσή της.

Επηρεασμένο από βιβλία του Ντίκενς (που ήταν μαέστρος στο πώς να χρησιμοποιήσει ιδανικά τα παιδιά στην μυθοπλασία του), το μυθιστόρημα του Χ. Τζέιμς, είναι ένα από τα πιο παράξενα βιβλία του – αλλά ίσως και ένα από τα γοητευτικότερα. Η Μέιζι, μια αδαής μικρή σοφή, που όλοι και κανένας εξαρτώνται από αυτήν κι αυτή απ’ όλους τους εγωιστές κι ανίκανους (αλλά κάποιους με αναμφισβήτητα καλές προθέσεις), χάνει σιγά σιγά την αθωότητά της, την εκμεταλλεύονται, και την χρησιμοποιούν οι ενήλικες για τα παιχνίδιά τους, αλλά δεν χάνει την καλοσύνη της και την αξιοπρέπειά της, δεν προκαλεί οίκτο στον αναγνώστη. Η εκπληκτική ικανότητα του Τζέιμς, στο χτίσιμο των χαρακτήρων του, στην δομή των ιστοριών του, φαίνεται για άλλη μια φορά, με την μικρή και ολοζώντανη ηρωίδα του, που λειτουργεί ως συνεκτικός κρίκος στην εξέλιξη της πλοκής, ενώ σκιαγραφείται με λεπτομέρεια ο χαρακτήρας της ως παιδί αρχικά και αργότερα στην εφηβεία της, αφήνοντας αιχμές για το ακαθόριστο μέλλον της.

Σάτιρα των κοινωνικών ηθών στο Λονδίνο του τέλους του 19ου αιώνα, αλλά και κοινωνικό σχόλιο για τους αριβίστες και καλομαθημένους μεγαλοαστούς της εποχής, το “ΤΙ ΗΞΕΡΕ Η ΜΕΪΖΙ”, είναι ένα μυθιστόρημα που μιλάει για τις λάθος επιλογές που μπορούν να καταστρέψουν ζωές, τον εγωισμό και την επιπολαιότητα, την αγάπη και την καλοσύνη, την αξιοπρέπεια και την διαφθορά, τον σκληρό κόσμο της παιδικής ηλικίας αλλά και το πόσο απρόβλεπτα είναι τα παιδιά. Είναι ένα έξοχο μυθιστόρημα, γραμμένο με αυτό το ακαταμάχητο αφηγηματικό ύφος του Χένρι Τζέιμς, που υφαίνει την ιστορία του, με ηρεμία και ρυθμό, χαρίζοντας μοναδικές σελίδες λογοτεχνικής απόλαυσης.

Το βιβλίο διασκευάσθηκε για τον κινηματογράφο το 2012, όπου η ιστορία μεταφέρθηκε στην σύγχρονη εποχή (απόδειξη για το πόσο διαχρονικό είναι το μυθιστόρημα του Τζέιμς) ικανοποιητικά, υπηρετούμενο από ένα καστ εξαιρετικών ηθοποιών (Τζ.Μουρ, Στ.Κούγκαν, Αλ.Σκάρσγκαρντ).

Βαθμολογία : 85 / 100


mm
About Αγης Αθανασιάδης 107 Articles
Ο Άγης Αθανασιάδης, είναι συνιδιοκτήτης του βιβλιοπωλείου/καφέ Booktalks στο Π.Φάληρο. Βιβλιομανής σε σημείο ψυχασθένειας, διατηρεί το βιβλιοφιλικό blog Librofilo (www.librofilo.blogspot.gr) και δεν μπορεί να φανταστεί τη ζωή του χωρίς την ανάγνωση λογοτεχνίας που (μαζί με τον κινηματογράφο), αποτελεί το μεγαλύτερό του πάθος.

Be the first to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published.


*