
Κάρλος Σαντάνα: Αν και βετεράνος νιώθω πρωτάρης με την κιθάρα!
Την πρώτη φορά που συνάντησα τον Carlos ήταν κάπου προς το τέλος των 80’s στην Αθήνα και ήταν σαράντα χρονών. Ο μικροκαμωμένος Μεξικανός κιθαρίστας δεν επαναπαύτηκε ποτέ στις δάφνες που κέρδισε στη δεκαετία του ΄60 και του ΄70 αλλά συνέχισε το δρόμο του προς την καθολική αναγνώριση.
«Δεν θέλω να είμαι ένας διασκεδαστής ηλικιωμένων ατόμων» μου είχε πει. Από τη κουβέντα εκείνη κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι.
Πάμε όμως να δούμε την ιστορία από την αρχή.
Μια ζεστή ημέρα, στις 20 Ιουλίου του ΄47, στην περιοχή Ότλαν ντε Ναβάρο στο Μεξικό, η οικογένεια Σαντάνα αποκτούσε ένα ακόμη μέλος της, τον Κάρλος. Τι πιο συνηθισμένο από το να επικρατεί μέσα στο καλοκαίρι καύσωνας, ειδικά σε μια χώρα όπως το Μεξικό θα μου πείτε…
Και τι νόημα αλήθεια έχει αυτή η ημερομηνία… Μήπως ο Κάρλος Σαντάνα είναι ο πρώτος ροκ σταρ του κόσμου, ώστε να χρειάζεται να κάνει κάποιος ειδική αναφορά στην ιστορία της άφιξής του στον κόσμο αυτό…
Επτά χρόνια μετά από τη γέννηση του Κάρλος, η οικογένειά του πηγαίνει στην Τιχουάνα και δύο χρόνια αργότερα ο Κάρλος αρχίζει να συνοδεύει – παίζοντας βιολί – τους δικούς του σε διάφορες γιορτές που γίνονταν στην πολιτεία όπου εγκαταστάθηκαν.
«Στις 20 Ιουλίου γεννήθηκα, την ίδια ημερομηνία άρχισα να παίρνω μαθήματα βιολιού και κατά σύμπτωση την πρώτη κιθάρα μου την απόκτησα τέτοια μέρα… Ίσως να είναι σύμπτωση. Δεν ξέρω, όμως, αλλά κάπου ο κύκλος της ζωής μου μέχρι σήμερα δεν με έχει πείσει ότι χαρακτηρίζεται από απλές συμπτώσεις…» λέει ο σαραντάρης πλέον μαγικός κιθαρίστας με τα εκατομμύρια φανατικούς οπαδούς – ναι οπαδούς και όχι απλά θαυμαστές – σε όλη τη γη…
«Όλα τα σημαντικά γεγονότα, αλλά και οι αποφάσεις μου έχουν σχέση με την ημερομηνία αυτή. Άκουσα για πρώτη φορά μπλουζ στις 20 Ιουλίου του ΄59. Την ίδια μέρα γνωρίστηκα με τους ήχους της μαύρης μουσικής. 20 Ιουλίου του ΄60 είχα την πλήρη δισκογραφία του Λιτλ Μίλτον, του Μπι Μπι Κινγκ και του Τζίμι Ριντ και μελετούσα τρόπους έκφρασης με την κιθάρα μου…».
Το ΄63 αποφασίζει η οικογένειά του να πάει για μόνιμη εγκατάσταση στο Σαν Φρανσίσκο, ο μικρός Κάρλος δεν ακολουθεί κι ενώ δουλεύει ως επαγγελματίας μουσικός σε μπαρ, μια μέρα δέχεται την ξαφνική επίσκεψη της μητέρας του που προσπαθεί να τον πείσει να πάει μαζί τους.
Ήταν η 20η Ιουλίου της χρονιάς εκείνης… Οι συμπτώσεις θα εξακολουθήσουν, ο Κάρλος ενηλικιώνεται, φτιάχνει την πρώτη επίσημη μπάντα που χρησιμοποιεί το επώνυμό του ως «όνομα» της και η επαφή του με τη σύγχρονη μουσική αρχίζει να έχει κάποια αποτελέσματα. Η «Σαντάνα μπλουζ μπαντ» παίζει κυρίως «μαύρη» μουσική, μπλουζ κομμάτια και δίνει την ευκαιρία στον μετρίου ύψους Μεξικάνο να αποδείξει τις σχέσεις του με τη μουσική της Λατινικής Αμερικής. Τα ατέλειωτα σόλο των πρώτων εμφανίσεών του δίνουν σταδιακά τη σκυτάλη σε «δεμένες» από πλευράς σκηνικής παρουσίας εμφανίσεις του. Το ΄68 το συγκρότημά του λέγεται απλά «Σαντάνα» και με την εμφάνισή του στο Φίλμορ Γουέστ γίνεται γνωστό σε ένα ευρύ κοινό. Η κυκλοφορία του πρώτου άλμπουμ του συμπίπτει με το πέρασμα του από το Γούνστοκ. Το «Τζίνγκο» – διασκευάστηκε από τον παραγωγό της Μαντόνα, Τζελιμπίν – γίνεται κάτι σαν εθνικός ύμνος στο στόμα των παιδιών των λουλουδιών, ενώ οι συνειδητοποιημένοι ρόκερς της εποχής μελετούν με προσοχή το στυλ παιξίματος της κιθάρας του Κάρλος.
«Ήταν μια από τις πιο σημαντικές πλευρές της ζωής μου», έλεγε πριν από λίγο καιρό σε μια τηλεφωνική επικοινωνία μας. «Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα γνώρισα τη μισή ζωντανή σκηνή του ροκ, έγινα κι εγώ μέρος της, μπήκα στο κύκλωμα και έγινα μια υπολογίσιμη μονάδα… Όταν είχα αρχίσει να γίνομαι γνωστός θυμόμουν τα λόγια ενός ηλικιωμένος μπλούζμαν στην Καλιφόρνια που μου είχε πει ένα καλοκαίρι – ίσως να ήταν τέλη Ιουλίου – πως μια μέρα, την εικοστή Ιουλίου θα τη θυμάται πολύς κόσμος. Τον είχα ρωτήσει γιατί, και μου είχε πει: «Παιδί μου έχεις χέρια που μπορούν να κάνουν μια κιθάρα να τρελαθεί… Είχα γελάσει και μου είχε φανεί απίστευτο αυτό που μου έλεγε…»
Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας, η δισκογραφική επιτυχία συνεχίζεται κι όλος ο κόσμος που δεν είχε καταλάβει τι σήμαινε Γούνστοκ βλέπει αυτό το φιλμ, που προβαλλόταν σε όλα τα δημοκρατικά κράτη της γης, ένας Κάρλος να κατορθώνει τα ακατόρθωτα με τις χορδές της κιθάρας του.
«Ήταν ένα ξαφνικό πέρασμα από το μηδέν στο άπειρο… Μοιάζει λίγο περίεργο αυτό που σου λέω, αλλά κάτι τέτοιο ένιωθα να συμβαίνει στην καρδιά μου. Ήμουν ένας έφηβος με ανησυχίες και φιλοδοξίες και είχε έρθει ο καιρός που οι ανησυχίες γίνονταν μέρος της πραγματικότητας κι οι φιλοδοξίες πραγματικότητα… Αλήθεια, δεν ήξερα τι να πιστέψω. Ήθελα να χαιρετίσω όλα τα «αδέρφια» μου που με καλούσαν να τα απογειώσω με την κιθάρα μου, ήθελα να γελάσω με τις εφηβικές αγωνίες μου και ξέρεις… τελικά δεν έκανα τίποτε από όλα αυτά. Βασάνιζα την κιθάρα μου, της μιλούσα με τις ώρες και ήθελα να καταφέρω να την κάνω να νιώθει τα συναισθήματά μου. Να κλαίει, να γελά, να ζει μαζί μου… να είναι μια μικρή προέκταση του εαυτού μου…» λέει και σε κάνει να πιστέψεις πως δεν υπερβάλλει ούτε λίγο.
Μέσα στη δεκαετία του 70 και λίγο πριν από την έκρηξη του πανκ, στο μυαλό του Κάρλος πραγματοποιείται μια άλλη ισχυρότερη έκρηξη. Ήταν η εποχή της σχέσης του με διάφορες μυστικιστικές θεωρίες και με την ανατολική φιλοσοφία περί ζωής. Συνεργάζεται με σπουδαίους μουσικούς της τζαζ, κάνει περιοδείες σε όλο τον κόσμο, ασπάζεται πολλά σημεία της ινδικής φιλοσοφίας, ενώ δεν σταματά να κυκλοφορεί διαρκώς άλμπουμ.
Το ΄75 το κομμάτι «Γιουρόπα» γίνεται το κορυφαίο δημιούργημα του Κάρλος Σαντάνα και τον οδηγεί στην καθολική αποδοχή.
«Πολλοί χαρακτηρίζουν αυτή τη σύνθεσή μου ως την κορυφαία στιγμή δημιουργίας μου ως τώρα. Θα ‘ταν αστείο να ισχυριστώ πως με βρίσκει αντίθετο ο θαυμασμός του κόσμου. Πιστεύω όμως ότι εξελίσσομαι διαρκώς και δεν είναι δυνατόν να σταματήσω. Έτσι δεν έμεινα εκεί. Γιατί αν κολλούσα στο «Γιουρόπα» δεν θα ήμουν πλέον δημιουργός, αλλά ένας απλός διασκεδαστής ηλικιωμένων ακροατών κι αυτό δεν ήταν ποτέ όνειρό μου…».
Το τέλος της δεκαετίας του 70 τον βρίσκει να κάνει μια σειρά πειραματικών ασκήσεων που με διάφορες μορφές περνούν στο βινύλιο. Ο Σαντάνα είναι μια προσωπικότητα που εξελίσσεται.
«Δεν κατάφερα ποτέ να δικαιολογήσω όλους αυτούς που δεουν ευκαιριακά και παριστάνουν τους δημιουργούς. Μα ποιος είναι ο ρόλος ενός μουσικού, ενός καλλιτέχνη; Να πλάθει.
Στη μουσική, λοιπόν, πως είναι δυνατόν να μη δημιουργηθεί κανείς και να αναμασά απλά ρυθμούς και κλισέ; Ποτέ δεν θα μπορέσω να νιώσω ευτυχία ακούγοντας ένα τέτοιο κατασκεύασμα. Κι αυτή είναι η απορία
μου: Πώς τόσοι νέοι σε όλη τη γη ευχαριστιούνται με επαναλαμβανόμενους ήχους…» απορεί ο πνευματικός πατέρας πολλών εραστών της κιθάρας.
Με εκατοντάδες συναυλίες στο ενεργητικό του, με μια μακρόχρονη δισκογραφική καριέρα σε εξέλιξη, με συνεργασίες σημαντικές – πολλές από αυτές έγιναν και άλμπουμ – ο σγουρομάλλης «θεός» των Λατινοαμερικανών, δεν νιώθει κουρασμένος.
Θυμάμαι ακόμη τα λόγια του.
«Πιστεύεις ότι κάθε φορά που πιάνω την κιθάρα στα χέρια μου είναι σαν να το κάνω για πρώτη φορά; Δεν το πιστεύεις σίγουρα», μου έλεγε. «Κι όμως αν μετρήσεις τους σφυγμούς μου λίγο προτού βγω στη σκηνή, καταλαβαίνεις ότι δεν είναι σχήμα λόγου αυτό που σου λέω. Αν και βετεράνος – λόγω ηλικίας και πείρας – νιώθω πάντα πρωτάρης με την κιθάρα στα χέρια μου …».
Το ιστορικό πιά άλμπουμ, «Μπλουζ φορ Σαλβαντόρ», έγινε μπεστ σέλερ σε πολλά σημεία του κόσμου. Οι πολιτικές ανθρωπιστικές θέσεις του εκφράστηκαν για μια ακόμη φορά δημόσια. Φίλος της ελευθερίας, της ισότητας, της αξιοπρέπειας, δίνει συχνά μάχες με τις κακές εκτιμήσεις πολλών ανθρώπων για τους γύρω του και προσπαθεί να είναι νικητής.
«Δεν νιώθω εγωισμό, απλά χαίρομαι όταν βλέπω κόσμο να ενδιαφέρεται για όσα έχω να του πω, πέρα από τη μουσική και τα τραγούδια μου, και είναι αρκετά…».
Στη διάρκεια των ζωντανών επαφών του με τον κόσμο, δίνει μεγάλη σημασία στους μουσικούς που είναι μαζί του. Νομίζω μάλιστα πως είναι περιττό να σας τονίσω τη σημασία που δίνει στη λεπτομέρεια. Αρκεί να ρίξετε μια ματιά σε μερικά ονόματα που τον συνοδεύουν συνήθως. Ένας κι ένας. Ο Γουέιν Σόρτερ. Ο Τσέστερ Τόμσον. Ο Χοσέ Πεπίτο Αρίας. Ο Αρμάντο Περάζα. Ένας κι ένας όλοι τους και με περγαμηνές…
Από εκείνη τη συνάντηση μας πέρασε αρκετός καιρός. Τον πέτυχα άλλες δυο φορές σε μοναδικά live του στο εξωτερικό.
Ο μάγος της κιθάρας συνεχίζει το δρόμο του γράφοντας ιστορία.
Βασίλης Λούκας
Leave a Reply