Αριστερά του Σηκουάνα, στο Μονπαρνάς, βρίσκεται ένας χώρος που εδώ και 35 χρόνια αποτελεί δεσμό μεταξύ της γαλλικής και της ελληνικής κουλτούρας: το βιβλιοπωλείο «Δεσμός» του Γιάννη Μαυροειδάκου.
Στο Παρίσι είχε συστηματική παρουσία από το 1971, όταν άρχισε να παρακολουθεί μαθήματα στο Διεθνές Πανεπιστήμιο Θεάτρου. Ωστόσο στη συνέχεια στράφηκε στις σπουδές Ιστορίας – Γεωγραφίας. Τότε ήταν που γνώρισε και τον Μαρκ Φερό, ξεκινώντας ένα διδακτορικό σχετικά με την εικονογράφηση της Μεγάλης Ιδέας. Λόγω κάποιων διαφωνιών που είχαν δεν το παρουσίασε ποτέ:
«Εγώ το έβλεπα ως ξερίζωμα πληθυσμού, όχι μόνο χριστιανικού αλλά με ελληνική ταυτότητα. Όμως οι ιστοριογράφοι εκείνης της εποχής το έβλεπαν σαν μια ιμπεριαλιστική εκστρατεία που απέτυχε». Τότε είχε πια αποφασίσει ότι θα μείνει μόνιμα στη Γαλλία. Είχε ήδη γνωρίσει τη Γαλλίδα γυναίκα του και είχε γεννηθεί η πρώτη κόρη του. Τελικά το 1977-78 εγκατέλειψε τον πανεπιστημιακό χώρο και ασχολήθηκε με τα κοινά. «Είχα εκλεγεί στην ελληνική κοινότητα και ήμουν υπεύθυνος πολιτισμού. Διοργανώναμε κονσέρτα για το “Αξιον εστί” με τον Θεοδωράκη, τον Ελύτη, τη Φαραντούρη, τον Μικρούτσικο. Έγιναν δύο παραστάσεις με κοσμοσυρροή στο μεγάλο αμφιθέατρο της Σορβόννης» θυμάται.
Ήδη από το 1972 και μετά υπήρχε μεγάλη συμπάθεια προς την Ελλάδα. Αυτός ήταν και ο λόγος που ο κ. Μαυροειδάκος αποφάσισε να ανοίξει το βιβλιοπωλείο με τη χαρακτηριστική ονομασία Desmos (Δεσμός). Ουσιαστικά θα ήταν ένα στέκι το οποίο θα στέγαζε τις φιλίες που είχαν αναπτυχθεί τα χρόνια της επταετίας μεταξύ Ελλήνων και Γάλλων διανοουμένων και καλλιτεχνών. «H πρώτη μας έγνοια ήταν να συναντιούνται Έλληνες και φιλέλληνες γύρω από ένα βιβλίο, μια έκθεση και να δημιουργούνται μεταξύ τους νέοι δεσμοί αλληλεγγύης, φιλίας και αλληλοεκτίμησης. Αλλά και για εμάς ήταν κάτι απαραίτητο. Δεν έφταναν οι καλοκαιρινές διακοπές για να καλύψουν την ορφάνια της δεύτερης πατρίδας. Θυμάμαι τον Αρη Φακίνο που έλεγε: “Διαμένω στο Παρίσι και ζω στην Ελλάδα”».
Το κοινό στο οποίο απευθυνόταν στην αρχή το ελληνικό βιβλιοπωλείο ήταν οι 600.000 Γάλλοι που επισκέπτονταν την Ελλάδα κάθε χρόνο. Τουλάχιστον το 10% ήθελε εκτός από τις παραλίες να γνωρίσει περισσότερα για τη χώρα. «Ενώ αναζητούσαν έναν χάρτη, εμείς τους εξηγούσαμε ότι διαβάζοντας τον Σεφέρη και τον Ταχτσή θα γνώριζαν μια Ελλάδα που δεν θα έβρισκαν στους οδηγούς» λέει χαρακτηριστικά. Εάν τότε έκανε κανείς μια βόλτα στα μεγάλα βιβλιοπωλεία του Παρισιού, θα έβρισκε μεταφρασμένους τον Καζαντζάκη, τον Σεφέρη, τον Ελύτη και τον Ρίτσο. «Ήταν η “μεγάλη τετράς” που σκέπαζε όλες τις άλλες φωνές» μας λέει χαρακτηριστικά. Το κενό αυτό ήρθε να καλύψει ο Δεσμός όταν το 1996 άρχισε να λειτουργεί και ως εκδοτικός οίκος. «Βιβλία όπως οι “Ακυβέρνητες Πολιτείες” του Τσίρκα έπρεπε να γίνουν γνωστά. Έλειπε και η ποίηση. Μεταφράσαμε Γκάτσο, Λειβαδίτη και νεότερους ποιητές της γενιάς του ’70. Θέλαμε να φανεί όλη αυτή η ρωμαλεότητα που υπήρχε εκείνη την εποχή στη νεοελληνική λογοτεχνία». Αυτό που κατάφερε τότε ο Δεσμός ήταν να υπάρχουν στα ράφια του όλα τα μεταφρασμένα στα γαλλικά βιβλία που δεν υπήρχαν στα άλλα βιβλιοπωλεία και να συνυπάρχουν με εκδόσεις για την ελληνική αρχαιότητα, το Βυζάντιο και τη σύγχρονη ιστορία.
Το περιοδικό και η γκαλερί
Άλλη μια σημαντική δραστηριότητα του Δεσμού είναι η έκδοση του περιοδικού «Desmos/ Le lien» που κυκλοφόρησε το 2000. Από την αρχή είχε περίπου 500 συνδρομητές. Αυτήν τη στιγμή κυκλοφορεί το 47ο τεύχος και βρίσκεται στο τυπογραφείο το 48ο. Στις σελίδες του αρθρογραφούν Έλληνες και Γάλλοι συγγραφείς και λόγιοι και περιλαμβάνονται αφιερώματα για διάφορες περιόδους της ελληνικής ιστορίας, αφιερώματα σε περιοχές της Ελλάδας, κείμενα για την Ελλάδα του σήμερα καθώς και παρουσιάσεις των τίτλων που μεταφράζονται από τα ελληνικά στα γαλλικά. «Αυτό που επιχειρούμε είναι να έχουν όλοι κάτι να διαβάσουν άσχετα εάν δεν συμφωνούν με τις πεποιθήσεις μας, οι οποίες είναι συγκεκριμένες» μας λέει.
Αυτό που κρατά ζωντανό –οικονομικά– τον Δεσμό είναι ουσιαστικά τα μαθήματα ελληνικών που παραδίδονται εκεί. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η σύνθεση των μαθητών. «Τη δεκαετία του ’80 ήταν συνήθως κορίτσια που είχαν ερωτοχτυπηθεί στις καλοκαιρινές διακοπές τους στην Ελλάδα και γυρνώντας στο Παρίσι ήθελαν να μάθουν ελληνικά για να επιστρέψουν τον Δεκέμβρη. Βέβαια ο χειμώνας δεν ήταν ποτέ ο ίδιος, γι’ αυτό και φροντίζαμε να παίρνουμε τα δίδακτρα από την αρχή» μας λέει γελώντας. Μεγάλο μέρος των μαθητών είναι Γάλλοι καθηγητές αρχαίων ελληνικών οι οποίοι μετά τη συνταξιοδότησή τους θέλουν να μάθουν νέα ελληνικά αλλά και Γάλλοι που εδώ και δεκαετίες περνούν τις διακοπές τους στην Ελλάδα. Οι πλέον μόνιμοι μαθητές είναι τα μεικτά ζευγάρια αλλά και τα εγγόνια Ελλήνων.
Πώς έχει όμως η κατάσταση για την ελληνική γραμματεία στη Γαλλία; Σήμερα υπάρχουν πάνω από 250 ελληνικοί τίτλοι μεταφρασμένοι στα γαλλικά. «Η ελληνική λογοτεχνία έχει κοινό στη Γαλλία. Αυτό που χωλαίνει είναι η διανομή και η προβολή της. Είναι πολύ δύσκολο να ανταγωνιστούμε την Amazon. Παλαιότερα πολλοί φιλέλληνες έρχονταν από την επαρχία και έφευγαν με τσάντες βιβλία από τον Δεσμό. Ακόμη και αυτοί που συνεχίζουν να διαβάζουν είναι πια κάποιας ηλικίας και δεν μπορούν να μετακινηθούν. Σήμερα ο Δεσμός συνεχίζει δυναμικά τις εκδόσεις του. Τώρα ξεκινήσαμε τον πεζό λόγο με μια συλλογή διηγημάτων του Σωτήρη Δημητρίου και πάει καλά. Και πλέον μεταφράζουμε σύγχρονους ποιητές». Στον ίδιο χώρο με το βιβλιοπωλείο στεγάζεται και η ομώνυμη γκαλερί, η οποία φιλοξενεί Έλληνες ζωγράφους και φιλέλληνες Γάλλους.
Δεν είναι καθόλου εύκολο για ένα μικρό βιβλιοπωλείο να ανταγωνιστεί τις αλυσίδες πώλησης βιβλίων. Ουσιαστικά ο Δεσμός εξακολουθεί να υπάρχει χάρη στα μαθήματα, το περιοδικό και την γκαλερί καθώς και την προσωπική, άμισθη εργασία της οικογένειας Μαυροειδάκου. Ωστόσο ο κ. Μαυροειδάκος δηλώνει αισιόδοξος: